Αναδρομικά: Προβάδισμα για πέντε κατηγορίες συνταξιούχων
Ποιοι ασφαλισµένοι βρίσκονται µπροστά σε ανοιχτό πεδίο διεκδικήσεων
Πέντε οµάδες συνταξιούχων βρίσκονται στην πρώτη γραµµή για τη
διεκδίκηση αναδροµικών από «κοµµένα» δώρα, µειώσεις και άλλες πηγές.
Παλαιοί και νέοι συνταξιούχοι, που αποχώρησαν πριν ή µετά τον νόµο
Κατρούγκαλου, βρίσκονται µπροστά σε ανοιχτό πεδίο διεκδικήσεων, λόγω
περικοπών που κρίθηκαν αντισυνταγµατικές στα δώρα και στις συντάξεις
τους ή λόγω νέων δεδοµένων που αφορούν στο καθεστώς συνταξιοδότησής
τους.
Τη στιγµή που οι επίµαχες ρήτρες του νόµου Κατρούγκαλου αναµένεται να κριθούν από το ΣτΕ, «δείχνοντας» άµεσα ή έµµεσα το εύρος και το ύψος των διεκδικούµενων ποσών, η µεγάλη µάζα των παλαιών συνταξιούχων οδηγεί την κούρσα των αναδροµικών. Πρόκειται για συνταξιούχους οι οποίοι έχασαν το 2012 τα «κουτσουρεµένα» από το 2010 δώρα και σηµαντικό τµήµα των συντάξεών τους, κύριων και επικουρικών. Οι εν λόγω περικοπές κρίθηκαν το 2015 αντισυνταγµατικές από το ΣτΕ. Ωστόσο δεν είναι οι µόνοι που βρίσκονται σε… αναδροµική τροχιά. Αναλυτικά οι οµάδες συνταξιούχων που διεκδικούν αναδροµικά είναι:
Συνεπώς, οι γιατροί κατ’ αρχήν του ΕΣΥ που συνταξιοδοτήθηκαν την περίοδο µετά το 2017 θα πρέπει να προσδοκούν µετά την τελεσιδικία των εν λόγω υποθέσεων, αναδροµική αύξηση του µέσου όρου των συντάξιµων αποδοχών και συνεπώς αύξηση στη σύνταξή τους, το ποσό της οποίας είναι κλιµακούµενο ανάλογα µε το πόσο µακριά από το 2017 τοποθετείται η στιγµή της συνταξιοδότησης. Η αναδροµική αύξηση στη σύνταξη µπορεί να κυµαίνεται από 30 έως και πάνω από 40 ευρώ.
Οι τρεις ταχύτητες διεκδικήσεων
Η συνθήκη για τους συνταξιούχους ωστόσο φαίνεται πως δεν είναι ίδια µε τους δηµοσίους υπαλλήλους. Η επαναφορά δώρων ύψους π.χ. 800 ευρώ για όλους τους 2,5 εκατ. συνταξιούχους θα σήµαινε κόστος στο σύστηµα 2 δισ. ετησίως. ∆απάνη που είναι τριπλάσια σε σχέση µε το εκτιµώµενο κόστος µιας επαναφοράς δώρων στο ∆ηµόσιο, η οποία έχει κοστολογηθεί από το υπουργείο Οικονοµικών στα 700 εκατ. ευρώ το έτος για όλους τους δηµοσίους υπαλλήλους. Υπενθυµίζεται πως η δαπάνη από την κατάργηση των περικοπών του 2019 στις συντάξεις προσεγγίζει τα 2 δισ. ετησίως. Πλην των δώρων που αφορούν όλους, το κόστος µόνο από τις αντισυνταγµατικές περικοπές σε κύριες και επικουρικές συντάξεις (ν. 4051 και 4093) που αφορούν 1,2 εκατ. συνταξιούχους φτάνει στα 175 εκατ. ευρώ τον µήνα, δηλαδή 2,1 δισ. τον χρόνο. Επίσης για τους συνταξιούχους ισχύει εντελώς νέο καθεστώς από το 2016, ο νόµος Κατρούγκαλου, που µένει να κριθεί από το ΣτΕ.
Σε αυτό το πλαίσιο διαµορφώνονται τρεις ταχύτητες διεκδικήσεων για τα κοµµένα δώρα:
Τη στιγµή που οι επίµαχες ρήτρες του νόµου Κατρούγκαλου αναµένεται να κριθούν από το ΣτΕ, «δείχνοντας» άµεσα ή έµµεσα το εύρος και το ύψος των διεκδικούµενων ποσών, η µεγάλη µάζα των παλαιών συνταξιούχων οδηγεί την κούρσα των αναδροµικών. Πρόκειται για συνταξιούχους οι οποίοι έχασαν το 2012 τα «κουτσουρεµένα» από το 2010 δώρα και σηµαντικό τµήµα των συντάξεών τους, κύριων και επικουρικών. Οι εν λόγω περικοπές κρίθηκαν το 2015 αντισυνταγµατικές από το ΣτΕ. Ωστόσο δεν είναι οι µόνοι που βρίσκονται σε… αναδροµική τροχιά. Αναλυτικά οι οµάδες συνταξιούχων που διεκδικούν αναδροµικά είναι:
- Παλαιοί συνταξιούχοι που είχαν προσφύγει στα δικαστήρια κατά των περικοπών του 2012 πριν από την απόφαση-βόµβα του ΣτΕ το 2015. Σύµφωνα µε το σκεπτικό του ανώτατου ακυρωτικού δικαστηρίου, οι εν λόγω συνταξιούχοι είναι οι µόνοι που δικαιούνται αναδροµικά από το 2013. ∆εδοµένης της κρίσης του ΣτΕ, δεν φαίνεται άλλο περιθώριο εκτός από τη δικαίωση των εν λόγω υποθέσεων όταν κι εφόσον αυτές τελεσιδικήσουν. Νοµικοί κύκλοι υποστηρίζουν πως οι εφετειακές αποφάσεις που δικαιώνουν συνταξιούχους δηµιουργούν τη νοµική υποχρέωση στα Ταµεία να πληρώσουν τα επιδικαζόµενα ποσά.
- Παλαιοί συνταξιούχοι που δεν είχαν προσφύγει στα δικαστήρια κατά των περικοπών του 2012 πριν από την απόφαση-βόµβα του ΣτΕ το 2015. Σύµφωνα µε το σκεπτικό του ανώτατου ακυρωτικού δικαστηρίου, οι εν λόγω συνταξιούχοι δεν δικαιούνται αναδροµικά για την περίοδο 2013 – 2015 για λόγους δηµοσίου συµφέροντος. Συγκλίνουσες νοµικές απόψεις καταλήγουν πως το πλέον βάσιµο χρονικό διάστηµα εντός του οποίου εντοπίζεται έδαφος για τις όψιµες αξιώσεις είναι το 10µηνο Ιούνιος 2015 έως Μάιος 2016. Πρόκειται για το χρονικό διάστηµα ανάµεσα στη δηµοσίευση της απόφασης του ΣτΕ και την ψήφιση του νόµου Κατρούγκαλου (Μάιος 2016), το οποίο φαίνεται προς το παρόν ως η πλέον «ακάλυπτη» περίοδος. Η δεύτερη νοµική προσέγγιση ενοποιεί τον χρόνο από τον Ιούλιο του 2015 έως και τον ∆εκέµβριο του 2018 επειδή οι αντισυνταγµατικές περικοπές των νόµων 4051 και 4093 του 2012 συνέχισαν να επιβάλλονται στις παλαιές συντάξεις µέχρι την «πρεµιέρα» του επανυπολογισµού τον περασµένο Γενάρη. Στον νόµο Κατρούγκαλου, ωστόσο, υπάρχει ρήτρα για την εν λόγω περίοδο που µένει να κριθεί.
- Νέοι συνταξιούχοι που αποχώρησαν από 13/5/2016 έως και 31 ∆εκεµβρίου 2018 και δικαιούνται προσωπική διαφορά. Υπολογίζεται πως πρόκειται για πάνω από 100.000 νέους συνταξιούχους, οι οποίοι εµπίπτουν στην 3ετη µεταβατική περίοδο του νόµου Κατρούγκαλου και δικαιούνται τµήµα «προσωπικής διαφοράς», επειδή η σύνταξή τους -όπως υπολογίστηκε µε την εξίσωση του νόµου 4387 του 2016 (Εθνική και Ανταποδοτική)- υπολείπεται κατά 20% και πλέον από τη σύνταξη που θα έπαιρναν µε το παλιό καθεστώς. Αναλυτικά, στον νόµο του 2016 αναφέρεται πως για αιτήσεις που θα κατατεθούν το 2016, εάν το ποσό της απονεµόµενης σύνταξης µε τον νόµο Κατρούγκαλου υπολείπεται σε ποσοστό άνω του 20% του ποσού της σύνταξης που θα απονεµόταν κατά το προϊσχύσαν καθεστώς, ο συνταξιούχος θα πάρει το µισό, δηλαδή το 50% ως προσωπική διαφορά. ∆ηλαδή, για παράδειγµα, αν κάποιος ασφαλισµένος ΟΑΕΕ θα ελάµβανε µε τις παλιές διατάξεις 1.300 ευρώ και µε τις διατάξεις του 2016 έλαβε 1.000 ευρώ (διαφορά 23%), τότε θα πρέπει να λάβει τα 150 ευρώ ως «προσωπική διαφορά». Αντίστοιχα, όσοι συνταξιοδοτήθηκαν το 2017 και ανήκουν σε αυτές τις κατηγορίες, δικαιούνται το 1/3 της διαφοράς (δηλαδή το 33,3%), ενώ όσοι έφυγαν το 2018 το 1/4, δηλαδή το 25%. Από φέτος δεν υπάρχει επιπλέον ποσό για τους νέους συνταξιούχους. Με τον πρόσφατο νόµο που κατάργησε τις περικοπές συντάξεων του 2019, διασώθηκαν και οι εν λόγω «προσωπικές διαφορές» των νέων συνταξιούχων. Εργατολόγοι επισηµαίνουν τώρα πως η σύγκριση της νέας σύνταξης του ν.4387/2016 έπρεπε να γίνει µε την παλιά σύνταξη χωρίς όµως να συµπεριληφθούν σε αυτό το κρίσιµο ποσό οι περικοπές των νόµων 4051 και 4093 του 2012, που είχαν κριθεί το 2015 αντισυνταγµατικές από το ΣτΕ. ∆ηλαδή το παλαιό ποσό, που χρησιµοποιήθηκε ως µέτρο σύγκρισης, θα έπρεπε κατά τις εν λόγω νοµικές εκτιµήσεις να είναι αυξηµένο, χωρίς να υπολογίζονται τα «ψαλίδια» του 2012. Αυτό θα είχε ως αποτέλεσµα η «προσωπική διαφορά» για τους περισσότερους από όσους τη δικαιούνταν να βγαίνει µεγαλύτερη, ενώ θα οδηγούσε και µια επιπλέον οµάδα συνταξιούχων, που σήµερα δεν λαµβάνουν επιπλέον ποσό, στο να λάβουν «προσωπική διαφορά». Εφόσον το εν λόγω ζήτηµα προχωρήσει και κριθεί στα δικαστήρια, τότε ενδέχεται να ανοίξει ο δρόµος για νέο κύκλο διεκδικήσεων. Σηµειώνεται πως στο ίδιο άρθρο του νόµου Κατρούγκαλου, όπου ρυθµίζονται οι λεπτοµέρειες της 3ετούς µεταβατικής περιόδου, αναφέρεται πως «εκκρεµείς αιτήσεις συνταξιοδότησης κρίνονται µε τους κανόνες που ίσχυαν κατά την 31η.12.2014», πριν δηλαδή τη δηµοσίευση της απόφασης-βόµβας του ΣτΕ.
- Νέοι συνταξιούχοι που έχουν αποχωρήσει από τις 13 Μαΐου 2016 και µετά µε διαδοχική ή παράλληλη ασφάλιση. Με πρόσφατη εγκύκλιο του υπουργείου Εργασίας αποσαφηνίστηκε πλήρως το νέο καθεστώς και εισήχθη µια νέα κοινωνικοασφαλιστική λογική για την αντιµετώπιση ασφαλισµένων που είχαν µεταβολές ασφαλιστικού φορέα και ασφάλιση σε δύο φορείς κατά την ίδια χρονική περίοδο. Οπως επισηµαίνει ο έγκριτος εργατολόγος ∆ηµήτρης Μπούρλος, όλες οι αποφάσεις που έχουν εκδοθεί για αιτήσεις που υποβλήθηκαν µετά την ισχύ του ν. 4387/2016 (δηλαδή από 13-5-2016 και µετά) θα πρέπει τώρα να επανεξετασθούν αναδροµικά, εφόσον υπάρχει διαδοχικός ή παράλληλος χρόνος ασφάλισης, επειδή «προφανώς ο υπολογισµός του ποσού σύνταξης δεν έχει γίνει κατά τον τρόπο που η νέα εγκύκλιος ορίζει». Οπως ορίζει η νέα εγκύκλιος, ως προς τον υπολογισµό του ποσού, αξιοποιείται κάθε χρόνος ασφάλισης «για τον οποίο έχουν καταβληθεί εισφορές». Επίσης αξιοποιείται ο παράλληλος χρόνος ασφάλισης ο οποίος προσαυξάνει το ποσό της σύνταξης. Επίσης αποσαφηνίστηκε πως οι διατάξεις διαδοχικής ασφάλισης εφαρµόζονται ακόµη και όταν ο χρόνος ασφάλισης στους δύο φορείς είναι καθ’ όλα παράλληλος και δεν υπάρχει ούτε κατ’ ελάχιστο διαδοχικός. Ενδεικτικό είναι πως ο ΕΦΚΑ µε εξαιρετικά επείγουσα εγκύκλιό του ενηµέρωσε τις υπηρεσίες ότι εκδόθηκε το εν λόγω έγγραφο µε τις διευκρινίσεις για την αξιοποίηση του παράλληλου και µη χρόνου ασφάλισης, σε συνδυασµό µε τις διατάξεις της διαδοχικής ασφάλισης. Ο ΕΦΚΑ διευκρίνισε πως οι εν λόγω οδηγίες εφαρµόζονται από 13.5.2016, ηµεροµηνία ισχύος του νόµου Κατρούγκαλου και παρέπεµψε σε νεότερο έγγραφό του για τις περαιτέρω λεπτοµέρειες. Εργατολόγοι εκτιµούν πως οι διαφορές που µπορεί να προκύψουν για περισσότερους από 50.000 ήδη συνταξιούχους (αποχώρησαν µετά τις 13 Μαΐου 2016) ενδέχεται να ξεπερνούν και τα 100 ευρώ τον µήνα, γεγονός που σηµαίνει πως µαζεύονται αναδροµικά της τάξης των 2.500 ευρώ περίπου, για όσους αποχώρησαν κοντά στον Γενάρη του 2017 και εµπίπτουν σε αυτές τις κατηγορίες.
- Νέοι συνταξιούχοι, πρώην δηµόσιοι υπάλληλοι ειδικών µισθολογίων -κατ’ αρχάς γιατροί- που αποχώρησαν µετά το 2017. Οπως έχουν επισηµάνει έγκριτοι εργατολόγοι στο «Εθνος», εφόσον οι ρυθµίσεις του ειδικού µισθολογίου του 2017 κριθούν τελεσίδικα αντισυνταγµατικές και οι µισθοί µετά το 2017 πρέπει να αναπροσαρµοστούν, αυτό αναπόφευκτα επηρεάζει το άθροισµα των συντάξιµων αποδοχών και το ποσό της σύνταξης. ∆ηλαδή αν επιβεβαιωθούν και στο εφετείο και τελεσιδικήσουν σε ανώτατο βαθµό οι τρεις πρωτόδικες αποφάσεις που δικαίωσαν πρόσφατα γιατρούς του ΕΣΥ, επιδικάζοντας αναδροµικά, ανοίγει νέος κύκλος διεκδικήσεων για αναδροµικά και αναπροσαρµογή συντάξεων. Αυτό συµβαίνει διότι το ποσό της σύνταξης υπολογίζεται πλέον µε βάση τις συντάξιµες αποδοχές από το 2002 έως τη στιγµή της αποχώρησης.
Η εξίσωση
Οπως έχει επισηµάνει η δικηγόρος Ασπασία Παπαθανασοπούλου, ειδική σε θέµατα κοινωνικής ασφάλισης, ειδικά για τους συνταξιούχους, οι επιπτώσεις από τις νέες δικαστικές αποφάσεις διευρύνονται -αυξάνονται δηλαδή τα διεκδικούµενα ποσά- όσο πιο µακριά από το 2017 βγαίνει κανείς στη σύνταξη, καθώς όσο µεγαλύτερο διάστηµα µπαίνει στην εξίσωση για το ποσό της σύνταξης, τόσο περισσότερο επηρεάζεται το τελικό αποτέλεσµα.Συνεπώς, οι γιατροί κατ’ αρχήν του ΕΣΥ που συνταξιοδοτήθηκαν την περίοδο µετά το 2017 θα πρέπει να προσδοκούν µετά την τελεσιδικία των εν λόγω υποθέσεων, αναδροµική αύξηση του µέσου όρου των συντάξιµων αποδοχών και συνεπώς αύξηση στη σύνταξή τους, το ποσό της οποίας είναι κλιµακούµενο ανάλογα µε το πόσο µακριά από το 2017 τοποθετείται η στιγµή της συνταξιοδότησης. Η αναδροµική αύξηση στη σύνταξη µπορεί να κυµαίνεται από 30 έως και πάνω από 40 ευρώ.
Η συνθήκη για τους συνταξιούχους ωστόσο φαίνεται πως δεν είναι ίδια µε τους δηµοσίους υπαλλήλους. Η επαναφορά δώρων ύψους π.χ. 800 ευρώ για όλους τους 2,5 εκατ. συνταξιούχους θα σήµαινε κόστος στο σύστηµα 2 δισ. ετησίως. ∆απάνη που είναι τριπλάσια σε σχέση µε το εκτιµώµενο κόστος µιας επαναφοράς δώρων στο ∆ηµόσιο, η οποία έχει κοστολογηθεί από το υπουργείο Οικονοµικών στα 700 εκατ. ευρώ το έτος για όλους τους δηµοσίους υπαλλήλους. Υπενθυµίζεται πως η δαπάνη από την κατάργηση των περικοπών του 2019 στις συντάξεις προσεγγίζει τα 2 δισ. ετησίως. Πλην των δώρων που αφορούν όλους, το κόστος µόνο από τις αντισυνταγµατικές περικοπές σε κύριες και επικουρικές συντάξεις (ν. 4051 και 4093) που αφορούν 1,2 εκατ. συνταξιούχους φτάνει στα 175 εκατ. ευρώ τον µήνα, δηλαδή 2,1 δισ. τον χρόνο. Επίσης για τους συνταξιούχους ισχύει εντελώς νέο καθεστώς από το 2016, ο νόµος Κατρούγκαλου, που µένει να κριθεί από το ΣτΕ.
Σε αυτό το πλαίσιο διαµορφώνονται τρεις ταχύτητες διεκδικήσεων για τα κοµµένα δώρα:
- Συνταξιούχοι ∆ηµοσίου, ΙΚΑ, ΟΑΕΕ, ΕΤΑΑ, ΝΑΤ άνω των 60 ετών και µε συνολικό µηνιαίο εισόδηµα από συντάξεις (κύριες, επικουρικές, µερίσµατα, προσαυξήσεις λόγω οικογενειακών βαρών, επίδοµα απολύτου αναπηρίας αλλά και επιδόµατα Χριστουγέννων, Πάσχα και αδείας υπολογιζόµενα σε 12µηνη βάση) έως 2.430 ευρώ. ∆ικαιούνταν το πλήρες ποσό των 800 ευρώ (400 Χριστούγεννα, 200 Πάσχα και 200 καλοκαίρι). Αντίστοιχα όσοι είχαν µηνιαίο εισόδηµα από 2.430 έως 2.500 ευρώ δικαιούνταν τµήµα των δώρων.
- Συνταξιούχοι ΟΓΑ. Είχαν εξαιρεθεί από το «ψαλίδι» του 2010, καθώς λαµβάνουν χαµηλές συντάξεις και συνεπώς δικαιούνταν πλήρη δώρα (µία σύνταξη τα Χριστούγεννα, µισή το Πάσχα και µισή το καλοκαίρι).
- Συνταξιούχοι ∆ηµοσίου, ΙΚΑ, ΟΑΕΕ, ΕΤΑΑ, ΝΑΤ κάτω των 60 ετών ή / και µε συνολικό εισόδηµα από συντάξεις πάνω από 2.500 ευρώ. ∆εν δικαιούνταν καθόλου δώρα, τα είχαν χάσει εξ ολοκλήρου από το 2010 και συνεπώς δεν µπορούν να διεκδικήσουν κάτι. Πάγια θέση του υπουργείου Εργασίας είναι πως για την περίοδο µετά το 2015 η κυβέρνηση συµµορφώθηκε µε την απόφαση του ΣτΕ µέσα από τον νόµο Κατρούγκαλου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου