Το ΦιλGood βρέθηκε για ένα Σαββατοκύριακο στην άλλοτε ελληνική πόλη του Εύξεινου Πόντου, της Νοσταλγίας, της ποίησης, της Φιλικής Εταιρείας, των ελληνικών οδών και εικόνων, των ευεργετών που παραμένουν ρομαντικοί μέσα στο ρεαλισμό των μεγάλων μητροπόλεων της κρίσης.
Είναι σαν ο Εμπειρίκος να βουίζει στ’ αφτιά σου εκείνους τους περίφημους του στίχους, από το αεροδρόμιο κιόλας, με το που φτάνεις από τη Λάρνακα, με ενδιάμεσο σταθμό το Κίεβο, στην τέταρτη μεγαλύτερη πόλη της Ουκρανίας και σημαντικό λιμάνι στον Εύξεινο Πόντο, εκεί όπου υπήρχε κάποτε μία μεγάλη και αρκετά οργανωμένη ελληνική παροικία, στις αρχές του 19ου αιώνα, κατευθυνόμενος στις παρόμοιες με την Κύπρο ζεστές θερμοκρασίες του ιστορικού κέντρου μιας άλλης Ελλάδας: «Καημένη Οντέσα, και καημένη, κατακαημένη Ρωσία, εσύ η πλατυτέρα όχι των ουρανών, μα σίγουρα όλων των χωρών…».
Κατεβαίνοντας τη Σκάλα Ποτέμκιν προς το λιμάνι της Οδησσού –μία από τις ομορφότερες της Ευρώπης, που κατασκευάστηκε στα μέσα του 19ου αιώνα από τον αρχιτέκτονα F.K. Boffo και αποτελούσε την κεντρική είσοδο που οδηγούσε στην προβλήτα, με τα 192 σκαλιά και τα 19 πλατύσκαλά της, και που ονομάστηκε έτσι προς τιμή της εξέγερσης του περίφημου θωρηκτού Ποτέμκιν– δεν γίνεται παρά να επαναφέρεις στη μνήμη σου τη σκηνή από την ομώνυμη αριστουργηματική ταινία του Sergey Eisenstein με το καροτσάκι του μωρού που κατρακυλάει σε αυτές, σκηνή που αντέγραψε ο Ντε Πάλμα στους «Αδιάφθορους» –ευθεία αναφορά στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Οδησσού που διεξαγόταν το προηγούμενο Σαββατοκύριακο στην πλημμυρισμένη από ποιητική ομορφιά πόλη.
Απέναντί σου είναι πια το λιμάνι –το βλέπεις!–, τα πλοία, οι σιδερένιοι ανυψωτήρες, καλάμια, γλάροι και νέοι άνθρωποι. Κι η μελαγχολία του –η διανθισμένη από ερωτισμό, αισθησιασμό και νοσταλγία της Οδησσού σε μια ιστορία που έχει ευθεία αναφορά στην Ελλάδα. Μπροστά σου, αν έχεις φτάσει με τη μεσημεριανή πτήση, είναι τα μαγικά χρώματα του απογεύματος που βουτάνε μέσα στο νερό φιλοξενώντας μικρά καραβάκια που πάνε βόλτα τους τουρίστες με 100 hryvnia, για μία ώρα διαδρομή μέσα στη Μαύρη Θάλασσα, κάποιοι ψαράδες μπροστά από το εκκλησάκι του Αγίου Νικολάου –με το όνομά του γραμμένο στα ελληνικά να κοιτάει προς την προκυμαία–, Ουκρανοί και λίγοι ξένοι να κάνουν βόλτες σε αυτό που όλες οι παραλιακές πόλεις του κόσμου θεωρούν κέντρο τους και πυξίδα στη διαμόρφωση της πολεοδομίας τους –όλα οδηγούν στη θάλασσα.
Η δεντροφυτεμένη λεωφόρος Prymorsky Boulevard, με τα καλοδιατηρημένα οικοδομήματα του 19ου αιώνα, τους πεζόδρομους και τα σκιερά πάρκα, η τελευταία πριν κατευθυνθείς στην είσοδο του λιμανιού, είναι η περιοχή όπου οι κάτοικοι της Οδησσού απολαμβάνουν καθημερινά τον περίπατό τους, όπως έκαναν άλλωστε πολλοί διάσημοι επισκέπτες της πόλης, ο Τσέχοφ, ο Γκόγκολ, ο Πούσκιν.
Η επανίδρυση της πόλης έγινε από τη Μεγάλη Αικατερίνη της Ρωσίας το 1795, νικήτρια του Ρωσοτουρκικού πολέμου, αναδεικνύοντας σταδιακά την Οδησσό ως το σημαντικότερο διαμετακομιστικό κέντρο του Εύξεινου Πόντου και μία από τις σπουδαιότερες πόλεις της τσαρικής Ρωσίας μετά τη Μόσχα και την Αγία Πετρούπολη. Περπάτησα πολλές φορές στην οδό Lanzeheronovskaya, την κεντρική της πόλης με τα μεγάλα εμπορικά κέντρα και τον πολύ θόρυβο, μπροστά από την Teatralnaya square, όπου βρίσκεται το αρχιτεκτονικό κόσμημα της Οδησσού, το Εθνικό Θέατρο Όπερας και Μπαλέτου, σχεδιασμένο από τους Αυστριακούς αρχιτέκτονες Felner και Gelmer σε μπαρόκ ρυθμό, διακοσμημένο με προτομές και γλυπτά μυθικών μορφών, ένα κτήριο που ανεγέρθηκε κατά τη διάρκεια της 17χρονης θητείας (από το 1878 έως το 1895) του δημάρχου της πόλης Γρηγορίου Μαρασλή –ένα από τα πέντε καλύτερα θέατρα της Ευρώπης όσον αφορά στην ακουστική. Δεν κατάφερα ούτε στιγμή να αποβάλω από τη σκέψη μου, σε κάθε μου βήμα, πως η παρουσία του ελληνισμού σ’ αυτή την πόλη είναι διάχυτη παντού, εκεί από όπου ξεκινούσαν κάποτε τριήρεις με κατεύθυνση τη Μεσόγειο και τις άλλες μεγάλες πόλεις όπου κατοικούσαν Έλληνες και όπου η Οδησσός ήταν άλλη μία πόλη στην οποία άκμαζε ο ελληνισμός.
Οι ευεργέτες υπάρχουν ακόμα
Μπροστά μου, σχεδόν σε κάθε λοξοδρόμηση για νέες εικόνες, επανέρχεται, σαν να κάνω κύκλους, η ελληνική πλατεία και η ελληνική οδός, κοντά στο εμπορικό κέντρο της Οδησσού, η Grecheskaya. Στην οδό Krasnij Pereulok 18, στην κατοικία του εμπόρου και εθνικού ευεργέτη Γρηγορίου Μαρασλή, το οποίο ανακαινίστηκε με πρωτοβουλία του Ιδρύματος Ελληνικού Πολιτισμού, από το 1994 λειτουργεί το Μουσείο της Φιλικής Εταιρείας, η οποία ιδρύθηκε το 1814 στην Οδησσό από τον Νικόλαο Σκουφά, τον Εμμανουήλ Ξάνθο και τον Αθανάσιο Τσακάλωφ, και που χάρη σ’ αυτήν ξεκίνησε η Ελληνική Επανάσταση του 1821. Ανάμεσα στα εκθέματα περιλαμβάνονται πρωτότυπα έργα σχετικά με τη δράση των Φιλικών, έγγραφα στον κρυπτογραφικό κώδικά τους, φωτογραφίες και γκραβούρες, χάρτες, κατάλογοι των μελών της Φιλικής Εταιρείας, επιστολές και χειρόγραφες προκηρύξεις του αρχηγού της Αλέξανδρου Υψηλάντη, ενώ σε μια αίθουσα του μουσείου αναπαριστώνται τα τρία ιδρυτικά μέλη της Φιλικής να κάθονται γύρω από ένα τραπέζι –η σκηνή της ίδρυσης της μυστικής οργάνωσης.
Εκεί με περιμένει ο Παντελής Μπούμπουρας, πρόεδρος του Συνδέσμου Ελλήνων Επιχειρηματιών και Επιχειρήσεων στην Ουκρανία και μεγάλος ευεργέτης του ελληνισμού στη χώρα. Απ’ την αρχή με ρωτάει για την Κύπρο, το «κομμάτι αυτό του ελληνισμού που έχει δεινοπαθήσει», για την κατάσταση στο νησί, τις αλλαγές μετά την έξοδο από το μνημόνιο και τις ρωσικές επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στη Λεμεσό –είναι ενημερωμένος για όλα. Αργότερα, καθισμένοι στο γραφείο της μεγάλης κατασκευαστικής του εταιρείας, μου λέει πως αισθάνεται πολύ τυχερός στη ζωή του για πολλά: για την ελληνική οικογένεια από την οποία προέρχεται, για τη σύζυγό του, με την οποία είναι μαζί 34 χρόνια, η οποία μεγάλωσε τα τρία τους παιδιά όσο εκείνος ανέπτυσσε τις επιχειρήσεις του στην Ελλάδα και την Ουκρανία, αλλά και γιατί η σημερινή οικονομική του κατάσταση του δίνει τη δυνατότητα να βοηθάει πολλούς Έλληνες που ζουν στην Οδησσό και στην ευρύτερη περιοχή της Ουκρανίας. Είναι χαρακτηριστικό πως πρόσφατα «υιοθέτησε» 100 παιδιά Ελλήνων από τη Μαριούπολη, συνεχίζοντας παράλληλα το φιλανθρωπικό του έργο μέσα στην Ουκρανία, αναλαμβάνοντας επίσης έργα που να αναδεικνύουν ό,τι ελληνικό κινδύνευε να χαθεί, ιδιαίτερα στην Οδησσό.
Μου τα είχαν αναφέρει προηγουμένως συνταξιδιώτες μου, μα συνεχίζω να εκπλήσσομαι από τη διάθεση προσφοράς του –σπάνια πια στις μέρες μας. Είναι, άλλωστε, μόνιμος συμπαραστάτης και διαρκής χορηγός της Ομοσπονδίας Ελληνικών Συλλόγων Ουκρανίας, διαρκής χορηγός του Ελληνικού Ιδρύματος Πολιτισμού –στο παράρτημα της Οδησσού–, χορηγός του Γενικού Προξενείου της Ελλάδας στην Οδησσό και της Ελληνικής Πρεσβείας στο Κίεβο, για τη διοργάνωση μεγάλων πολιτιστικών εκδηλώσεων, ενώ σε οτιδήποτε αφορά στον ελληνισμό θέλει πάντα να προσφέρει –αποστρέφεται τον χαρακτηρισμό «ευεργέτης» που του αναφέρω, μιλώντας μου απλά για «καθήκον». Δεν είναι, επίσης, τυχαίο που το 2006 τιμήθηκε από τον Δήμο Οδησσού με το ανώτατο παράσημο της πόλης, το Παράσημο Γρηγορίου Μαρασλή, σε αναγνώριση της δραστηριοποίησής του στην περιφέρεια Οδησσού και των υπηρεσιών του προς τον δήμο και τους δημότες, ενώ το 2012 η ελληνική πολιτεία, αναγνωρίζοντας την πολύπλευρη προσφορά του στην προβολή του ελληνικού πολιτισμού στην Ουκρανία και στη σύσφιγξη των σχέσεων μεταξύ των δύο λαών, προτείνει τον διορισμό του –και η Ουκρανία τον αποδέχεται– ως επίτιμου προξένου της Ελλάδος στην Κριμαία, με έδρα τη Γιάλτα. Το επόμενό του έργο μου αναφέρει πως θα αφορά στην κατασκευή του ελληνικού πάρκου, του τέταρτου που δημιουργεί ο ίδιος στην Ουκρανία, αριστερά από τη Σκάλα Ποτέμκιν, απέναντι από το τουρκικό –που ήδη κατασκευάζεται και το οποίο χρηματοδοτείται από την Τουρκία– ενώ ανάμεσα στους επόμενούς του στόχους είναι και η δραστηριοποίησή του σε κομμάτι των media. Όσα θα μου πει φαντάζουν σχεδόν ρομαντικά σε οτιδήποτε ρεαλιστικό εδραιώθηκε πια στη «μητέρα πατρίδα» της κρίσης. «Κάθε άνθρωπος ευχαριστιέται με κάτι, με οτιδήποτε τον κάνει ευτυχισμένο», μου εξηγεί. «Άλλος χαίρεται με το να πάει ένα μακρινό ταξίδι, άλλος αν αποκτήσει ένα μεγάλο σπίτι, κάποιος άλλος αν πάρει το ακριβό αυτοκίνητο που ονειρεύεται. Εμένα με ευχαριστεί το να πάω στο χωριό μου για λίγες μέρες, να αφιερώσω χρόνο στα παιδιά μου ή το να δώσω χαρά σε Έλληνες που ζουν εκτός Ελλάδος, στην Οδησσό, προσφέροντας παράλληλα στον ελληνισμό. Το να ακούς, για παράδειγμα, κάποια παιδιά –ορφανά τα περισσότερα ή προερχόμενα από πολύ φτωχές οικογένειες– να λένε τον εθνικό ύμνο σε ένα χωριό κοντά στη Μαριούπολη είναι ένα απερίγραπτο συναίσθημα, που όσο το θυμάμαι με συγκινεί».
Ο Παντελής Μπούμπουρας γεννήθηκε και μεγάλωσε στη Λήμνο. Το 1970 εγκαθίσταται στην Αθήνα, η οποία την εποχή εκείνη γνωρίζει μεγάλη οικοδομική δραστηριότητα, και αρχίζει να εργάζεται σαν οικοδόμος, ενώ ταυτόχρονα φοιτά σε Ανώτερη Τεχνική Σχολή, απ’ όπου παίρνει το πτυχίο του ηλεκτρολόγου. Το 1981 ιδρύει δική του εταιρεία και αναλαμβάνει την εκτέλεση ηλεκτρολογικών εγκαταστάσεων τόσο σε κατοικίες, όσο και πιο σύνθετων, σε βιομηχανικές μονάδες. Την άνοιξη του 1997 αποδέχεται την πρόσκληση μιας από τις μεγαλύτερες ελληνικές τεχνικές εταιρείες, της «Μηχανικής», που δραστηριοποιούνταν τότε στην Ουκρανία, για να αναλάβει ως γενικός εργολάβος. Από εκεί ξεκινά και η συνεχώς ανοδική του πορεία, καθιστώντας τον έναν από τους πιο επιτυχημένους σήμερα επιχειρηματίες της Ουκρανίας. «Όταν βρίσκομαι στην Ελλάδα μου λείπει η Ουκρανία, άρα είναι η δεύτερή μου πατρίδα. Όμως η ψυχή μου χτυπάει κάθε ώρα, κάθε λεπτό, στα ελληνικά», μου λέει με συγκίνηση. «Αν με ρωτούσες “πότε αποφάσισες να εγκατασταθείς μόνιμα στην Ουκρανία, στην Οδησσό;” θα σου απαντούσα “ποτέ!”. Πώς μπορώ να πιστέψω ότι θα ‘μαι μόνιμα στην Οδησσό; Αλλά η αλήθεια είναι ότι τώρα, εννέα μήνες τον χρόνο μένω εδώ και τρεις μήνες στην Ελλάδα, αλλά και σε άλλες χώρες όπου δραστηριοποιούμαι επιχειρηματικά».
Σε εκείνον, άλλωστε, οφείλεται το γεγονός πως χρηματοδοτούνται δάσκαλοι και σχολεία στην Ουκρανία που έχουν ως βάση τους και την ελληνική γλώσσα, με αποτέλεσμα, όχι μόνο Έλληνες που γεννήθηκαν στην Ουκρανία, αλλά και ντόπιοι, να μαθαίνουν την ελληνική ιστορία. Εξάλλου, και η χρηματοδότηση του ιδρύματος της Φιλικής Εταιρείας, του οποίου είναι πρόεδρος τα τελευταία δύο χρόνια, προέρχεται κατά ένα μεγάλο μέρος από δικές του χορηγίες. «Πριν από λίγα χρόνια είχε έρθει να με δει ο διευθυντής τα τελευταία 20 χρόνια της Φιλικής Εταιρείας, Σωφρόνης Παραδεισόπουλος, και μου είπε πως το ίδρυμα κινδύνευε να κλείσει. Ανέλαβα τα έξοδα χωρίς δεύτερη σκέψη και συντηρώ τη Φιλική Εταιρεία σε ένα ποσοστό του 80% των οικονομικών της αναγκών. Για τα υπόλοιπα συμβάλλει το ελληνικό κράτος. Για μένα η Φιλική Εταιρεία είναι ένα σύμβολο και δεν θα έπρεπε να χαθεί. Το θεώρησα χρέος μου απέναντι στην ιστορία της Ελλάδας να διατηρηθεί αυτό το κομμάτι της ιστορίας μας. Όπως επίσης όνειρό μου είναι τώρα να κρατήσουμε και να συντηρήσουμε το κτήριο όπου έζησε ο Κωνσταντίνος Υψηλάντης, στο Κίεβο. Θέλουμε και αυτό να παραμείνει σε ελληνικά χέρια».
Η Ελλάδα για τον Παντελή Μπούμπουρα, όπως συμβαίνει άλλωστε με τους περισσότερους απόδημους Έλληνες, είναι κάτι εξιδανικευμένο –είναι η ιστορία της ζωής του, οι μνήμες μιας αυτοδημιούργητης πορείας που ξεκίνησε από το μηδέν για να κατακτήσει τα περισσότερα από τα όνειρά του, είναι η πηγή της δύναμής του, είναι «η ομορφότερη χώρα στον κόσμο». Είναι η ψυχή του. «Θέλω, όταν φτάσω στα 80-90 μου χρόνια, αν με αξιώσει ο θεός να ζω μέχρι τότε, να πω στον εαυτό μου “μπράβο Παντελή, κάτι πρόσφερες κι εσύ στη ζωή σου για την Ελλάδα και τους Έλληνες”. Μερικές φορές η οικογένειά μου έχει τον φόβο μήπως ξοδεύω περισσότερα για τον ελληνισμό από όσα μπορώ οικονομικά. Δεν το σκέφτομαι έτσι. Γιατί θεωρώ πως αυτή είναι η υποχρέωσή μου απέναντι στην πατρίδα μου. Και εγώ θέλω να φύγω από αυτόν τον κόσμο με τη συνείδησή μου ήσυχη πως έχω προσφέρει, με τον τρόπο που μπορούσα, στη χώρα μου», καταλήγει.
Ο Πούσκιν ισχυριζόταν κάποτε για την Οδησσό πως «εδώ αναπνέει κανείς ολόκληρη την Ευρώπη». Δεν είχε άδικο. Λίγο χρόνο χρειάζεται, και μάτια ανοιχτά, για να δεις όσα κρύβονται πίσω από τα τουριστικά αξεσουάρ και τα μαγνητάκια που θα κολλήσεις στο ψυγείο σου με σχέδια από τον φάρο του λιμανιού και τη σκάλα, τα μεγάλα δεξαμενόπλοια και τις μπάμπουσκες, τα μικρά παιδιά που τρέχουν στα πλακόστρωτα ή τους ποδηλάτες. Λίγο χρόνο για να πιστέψεις όσα ελληνικά χάθηκαν και όσα ελληνικά ξαναγεννιούνται με τρόπο καρμικό.like.philenews
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου