Την τελευταία ομιλία που έδωσε στο Eurogroup, προτού εκδιωχθεί, ανέβασε στο προσωπικό του ιστολόγιο ο Γιάνης Βαρουφάκης.
Ο υπουργός Οικονομικών δημοσίευσε, στα αγγλικά, το λόγο που έβγαλε σε δραματικούς τόνους στην τελευταία συνεδρίαση.
Στο κείμενό το εξηγεί γιατί η ελληνική κυβέρνηση δεν μπορεί να αποδεχθεί την πρόταση των δανειστών, ενώ σε δραματικούς τόνους καλεί το Eurogroup να δεχθεί το αίτημα για παράταση του προγράμματος για μερικές εβδομάδες.
Μέσα στην ομιλία του περιγράφει την ιστορικότητα των στιγμών, ενώ αφήνει και αιχμές προς τον Βόλφκγανγκ Σόιμπλε, αλλά και τον Γερούν Ντάισελμπλου.
Αναλυτικά η ομιλία Βαρουφάκη στα ελληνικά, όπως την μετέφρασε το iefimerida:
Συνάδελφοι
Στην τελευταία μας συνάντηση (25 Ιουνίου) οι θεσμοί έβαλαν στο τραπέζι την τελική τους προσφορά στις ελληνικές αρχές, σε απάντηση στην πρότασή μας για ένα Staff Level Agreement όπως είχε κατατεθεί στις 22 Ιουνίου (και υπογράφτηκε από τον πρωθυπουργό, Αλέξη Τσίπρα). Μετά από μακρά, προσεκτική εξέταση η κυβέρνησή μας αποφάσισε ότι, δυστυχώς, η πρόταση των Θεσμών δεν θα μπορούσε να γίνει δεκτή. Από τη στιγμή που φτάνουμε στην προθεσμία της 30ης Ιουνίου, η ημερομηνία όπου λήγει το παρών δάνειο, αυτό το αδιέξοδο προκαλεί μεγάλη ανησυχία σε όλους μας και οι αιτίες του πρέπει να εξεταστούν αναλυτικά.
Απορρίψαμε την πρόταση των Θεσμών εξαιτίας μια σειράς από ισχυρούς λόγους. Ο πρώτος είναι ο συνδυασμός της λιτότητας με την κοινωνική αδικία που θα έφερνε σε έναν λαό ήδη κατεστραμμένο από τη… λιτότητα και την κοινωνική αδικία. Ακόμη και η δική μας πρόταση (Staff Level Agreement) είναι υφεσιακή, σε μια προσπάθεια να καθησυχάσουμε τους Θεσμούς για να φτάσουμε πιο κοντά σε συμφωνία. Μόνο που η δική μας πρόταση προσπαθούσε να μεταφέρει τα βάρη αυτής της νέας επίθεσης λιτότητας σε εκείνους που μπορούν να πηλρώσουν, για παράδειγμα αυξάνοντας τις εγοδοτικές εισφορές στα ασφαλιστικά ταμεία από το να μειώσουμε τις χαμηλότερες συντάξεις. Παρόλα αυτά, ακόμη και η δική μας πρόταση περιέχει πολλά σημεία τα οποία απορρίπτει η ελληνική κοινωνία.
Οπότε, από εκεί που μας πίεζαν για να δεχθούμε νέα λιτότητα, με τη μορφή παράλογα υψηλών πρωτογενών πλεονασμάτων (3,5% του ΑΕΠ για το μεσοπρόθεσμο, δηλαδή λίγο χαμηλότερο από τον αριθμό που είχε συμφωνήσει η προηγούμενη ελληνική κυβέρνηση 4,5%]) καταλήξαμε να πρέπει να κάνουμε υφεσιακές ανταλλαγές μεταξύ, από τη μια μεριά, υψηλότερους φόρους/επιβαρύνσεις σε μια οικονομία όπου όσοι πληρώνουν, πληρώνουν πάρα πολλά, και από την άλλη, μειώσεις σε συντάξεις/επιδόματα σε κοινωνία κατεστραμμένη ήδη από τεράστιες περικοπές στο βασικό εισόδημα εκείνων που έχουν ανάγκη, οι οποίοι πολλαπλασιάζονται.
Συνάδελφοι, αυτά που έχουμε μεταφέρει στους Θεσμούς στις 22 Ιουνίου, όταν καταθέταμε τις προτάσεις μας: Ακόμη και αυτή η πρόταση θα είναι εξαιρετικά δύσκολο να περάσει από το Κοινοβούλιο, δεδομένων των πολλών υφεσιακών μέτρων και της λιτότητας που συνεπάγεται. Δυστυχώς η απάντηση των Θεσμών ήταν να επιμείνουν σε ακόμη πιο υφεσιακά (παραμετρικά) μέτρα (π.χ. αύξηση του ΦΠΑ στα ξενοδοχεία από το 6% στο 23%!) και, ακόμη χειρότερα, να μεταφέρουμε τα βάρη από τις επιχειρήσεις στα πιο αδύναμα μέλη της κοινωνίας (μείωση χαμηλών συντάξεων, περικοπή προνομίων στους αγρότες, αναβολή της νομοθεσίας που παρέχει κάποια προστασία στους εκμεταλλευόμενους εργαζόμενους).
Γιατί απορρίπτουμε την πρόταση
Οι νέες προτάσεις των Θεσμών, στην πρόταση της 25ης Ιουνίου (Staff Level Agreement/Προαπαιτούμενα) μετέτρεψαν ένα πολιτικά προβληματικό πακέτο, για το δικό μας Κοινοβούλιο, σε ένα πακέτο που θα ήταν εξαιρετικά δύσκολο να περάσει από την Ολομέλεια. Αλλά δεν είναι μόνο αυτό. Γίνεται ακόμη χειρότερο όταν κοιτάξουμε τον προτεινόμενο πακέτο χρηματοδότησης.
Αυτό που κάνει αδύνατο να περάσει το πακέτο των Θεσμών από το Κοινοβούλιο είναι η έλλειψη απάντησης στο ερώτημα; Αυτά τα επώδυνα μέτρα τουλάχιστον θα μας δώσουν μια περίοδο ηρεμίας κατά την οποία θα μπορέσουμε να προχωρήσουμε στις συμφωνημένες μεταρρυθμίσεις και μέτρα; Θα μπορέσει ένα σοκ αισιοδοξίας να αντιστρέψει τα αποτελέσματα της ύφεσης από μια περίοδο επιπλέον δημοσιονομικής προσαρμογής που επιβάλλεται σε μια χώρα που είναι σε ύφεση για 21 συνεχόμενα τρίμηνα; Η απάντηση είναι ξεκάθαρη: Οχι, η πρόταση των Θεσμών δεν προσφέρει καμία τέτοια προοπτική.
Αυτό γιατί: Η προτεινόμενη χρηματοδότηση για τους επόμενους πέντε μήνες είναι προβληματική για μια σειρά από λόγους:
Αυτοί είναι στέρεοι λόγοι γιατί η κυβέρνησή μας δεν πιστεύει ότι έχει κάποια εντολή να δεχθεί την πρόταση των Θεσμών ή να χρησιμοποιήσει την κυβερνητική πλειοψηφία ώστε να πιέσει για να περάσει και πάνω από τα καταστατικά.
Την ίδια ώρα δεν έχουμε εντολή να απορρίψουμε την πρόταση των θεσμών, αντιλαμβανόμενοι την κρίσιμη στιγμή της Ιστορίας στην οποία βρισκόμαστε. Το κόμμα μας πήρε το 36% ων ψήφων και η κυβέρνησή μας στο σύνολό της έχει εντολή από λιγότερο από το 40% του λαού. Γνωρίζοντας το πόσο βαρυσήμαντη είναι η απόφασή μας, αισθανόμαστε υποχρεωμένοι να θέσουμε την πρόταση των δανειστών στον ελληνικό λαό. Θα προσπαθήσουμε να εξηγήσουμε σαφώς τι σημαίνει ένα «ναι» στην πρόταση των Θεσμών, να κάνουμε το ίδιο αναφορικά με το «όχι» και να τους αφήσουμε να αποφασίσουν.
Από τη δική μας την πλευρά θα δεχθούμε τη λαϊκή ετυμηγορία και θα κάνουμε ότι χρειαστεί για να την εφαρμόσουμε, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο.
Κάποιοι ανησυχούν ότι μια ψήφος στο «ναι» θα είναι μια ψήφος μη εμπιστοσύνης στην κυβέρνησή μας (μιας και θα προτείνουμε ψήφο στο «όχι»), και σε αυτή την περίπτωση δεν θα μπορούμε να υποσχεθούμε στο Eurogroup ότι θα είμαστε σε θέση να υπογράψουμε και να εφαρμόσουμε μια συμφωνία με τους Θεσμούς. Δεν ισχύει κάτι τέτοιο. Είμαστε αφοσιωμένοι δημοκράτες. Εάν ο λαός μας δώσει καθαρή εντολή για να υπογράψουμε τις προτάσεις των Θεσμών, θα κάνουμε ότι χρειάζεται να για να το πράξουμε, ακόμη κι αν αυτό σημαίνει μια ανασχηματισμένη κυβέρνηση.
Συνάδελφοι, η λύση του δημοψηφίσματος είναι η καλύτερη για όλους, δεδομένων των περιορισμών που αντιμετωπίζουμε.
Εάν η κυβέρνησή μας δεχόταν την πρόταση των Θεσμών σήμερα, υποσχόμενη να το περάσει από το Κοινοβούλιο, θα χάναμε στο Κοινοβούλιο με το αποτέλεσμα να έφερνε νέες εκλογές μέσα σε έναν μακρύ μήνα, μετά η καθυστέρηση, η αβεβαιότητα και οι προοπτικές για μια επιτυχή επίλυση θα ήταν πολύ πολύ μηδαμινές.
Αλλά ακόμη και εάν καταφέρναμε να περάσουμε την πρόταση των Θεσμών από το Κοινοβούλιο, θα αντιμετωπίζαμε ένα τεράστιο πρόβλημα εφαρμογής. Για να το θέσω απλά, όπως και οι προηγούμενες κυβερνήσεις που πίεσαν για πολιτικές που υπαγορεύθηκαν από τους Θεσμούς δεν μπόρεσαν να πάρουν το λαό με το μέρος τους, το ίδιο θα συνέβαινε και με εμάς.
Για το ερώτημα ευρώ ή δραχμή
Στην ερώτηση που θα μπει στον Ελληνικό λαό, πολλή συζήτηση έχει γίνει για το ποια πρέπει να είναι. Πολλά από εσάς μας λένε, μας συμβουλεύουν, ακόμη και μας δίνουν εντολή πως πρέπει να είναι μια ερώτηση «ναι ή όχι» στο ευρώ. Ας είμαι ξεκάθαρος σε αυτό. Πρώτον η ερώτηση καταρτίστηκε από το υπουργικό συμβούλιο και μόλις έχει περάσει από το Κοινοβούλιο και είναι “δέχεστε την πρόταση των Θεσμών όπως μας παρουσιάστηκε στις 25 Ιουνίου στο Eurogroup;”. Αυτή είναι η μόνη σχετική ερώτηση. Εάν είχαμε δεχθεί την πρόταση πριν από δύο ημέρες θα είχαμε συμφωνία. Η ελληνική κυβέρνηση τώρα ρωτάει το εκλογικό σώμα να απαντήσει στην ερώτηση που τέθηκε σε εμένα από τον Γερούν (Ντάιεσλμπλουμ), ειδικά όταν μου είπες “μπορείς να το θεωρήσεις αυτό, εάν θες ως μια πρόταση take it or leave it”. Λοιπόν έτσι το πήραμε και τώρα τιμούμε τους Θεσμούς και τον ελληνικό λαό ρωτώντας τον να δώσει μια σαφή απάντηση στην πρόταση των Θεσμών.
Αυτοί που λένε ότι, ουσιαστικά, αυτό είναι ένα δημοψήφισμα για το ευρώ, η απάντησή μου είναι: Μπορείτε να το πείτε αυτό, αλλά εγώ δεν θα κάνω κανένα σχόλιο. Αυτή είναι δική σας κρίση, δική σας ερμηνεία. Οχι δική μας! Υπάρχει μια λογική για το πως το βλέπετε, αλλά μόνο εάν υπάρχει μια έμμεση απειλή πως ένα “όχι” από τον ελληνικό λαό στην πρόταση των Θεσμών θα ακολουθηθεί από κινήσεις για να βγει η Ελλάδα, παράνομα, από το ευρώ. Αυτή η απειλή δεν θα είναι συνεπής με τις βασικές αρχές της Ευρωπαϊκής δημοκρατικής διακυβέρνησης και του Ευρωπαϊκού Νομικού πλαισίου.
Σε εκείνους που μας δίνουν εντολή να μετατρέψουμε το δημοψήφισμα στο δίλημμα ευρώ-δραχμή, η απάντησή μου είναι ξεκάθαρη: Οι Ευρωπαϊκές Συνθήκες έχουν προβλέψει μια έξοδο από την Ευρωπαϊκή Ενωση. Δεν προβλέπουν όμως έξοδο από την Ευρωζώνη. Για καλό λόγο, βέβαια, καθώς το αδιαίρετο της Νομισματικής μας Ενωσης είναι στοιχείο του λόγου ύπαρξής της. Το να μας ζητάτε να βάλουμε στο δημοψήφισμα ερώτηση που θα περιλαμβάνει έξοδο από την Ευρωζώνη είναι σαν να μας ζητάτε να παραβιάσουμε της συνθήκες της ΕΕ και το νομικό πλαίσιο της ΕΕ. Προτείνω σε όποιον μας θέλει, ή όποιον άλλο, να κάνει δημοψήφισμα στα μέλη της Ευρωζώνης για να αλλάξουν οι συνθήκες.
Δεν πήρατε ποτέ σοβαρά την πρότασή μας
Συνάδελφοι,
Ηρθε η ώρα να το καταγράψουμε. Ο λόγος για τον οποίο βρισκόμαστε σε αυτό το γρίφο είναι ένας: Η αρχική πρόταση της κυβέρνησής μας σε εσάς και τους Θεσμούς, την οποία εξέφρασα εδώ στο Eurogroup, στην πρώτη μου παρέμβαση, δεν ελήφθη ποτέ σοβαρά. Ηταν η πρόταση πως θα μπορούσε να βρεθεί κοινό έδαφος μεταξύ του υπάρχοντος Μνημονίου και του προγράμματος της κυβέρνησής μας. Για μια φευγαλέα στιγμή, η ανακοίνωση του Eurogroup της 20ης Φεβρουαρίου άφησε ελπίδες για ένα αυτό το κοινό έδαφος, καθώς δεν έκανε καμία αναφορά στο Μνημόνιο και επικεντρωνόταν στη νέα λίστα μεταρρυθμίσεων που θα κατέθετε η κυβέρνησή μας στους Θεσμούς.
Δυστυχώς, αμέσως μετά την 20η Φεβρουαρίου οι Θεσμοί και οι περισσότεροι από τους συναδέλφους σε αυτό το δωμάτιο, επιδίωξαν να φέρουν πίσω στο επίκεντρο το Μνημόνιο, και τα μειώσουν τον ρόλο μας σε περιθωριακές αλλαγές μέσα στο Μνημόνιο. Ηταν να μας είπαν, για να παραφράσω τον Χένρι Φορντ, οτι θα μπορούσαμε να είχαμε οποιαδήποτε λίστα μεταρρυθμίσεων, οποιαδήποτε συμφωνία, αρκεί αυτή να ήταν το Μνημόνιο. Το κοινό έδαφος, τότε θυσιάστηκε ώστε να επιβληθεί στην κυβέρνησή μας μια εξευτελιστική υποχώρηση. Αυτή είναι η άποψή μου, αλλά δεν έχει σημασία πια. Τώρα είναι η ώρα του ελληνικού λαού να αποφασίσει.
Το έργο μας, στο σημερινό Eurogroup, πρέπει να είναι να προλειάνουμε το έδαφος για ένα ήρεμο πέρασμα στο δημοψήφισμα της 5ης Ιουλίου. Αυτό σημαίνει ένα πράγμα: Να παραταθεί για μερικές εβδομάδες το πρόγραμμα ώστε το δημοψήφισμα να πραγματοποιηθεί σε συνθήκες ηρεμία. Αμέσως μετά την 5η Ιουλίου, εάν ο λαός έχει ψηφίσει «ναι» η πρόταση των Θεσμών θα υπογραφεί. Μέχρι τότε, στη διάρκεια της επόμενης εβδομάδας, καθώς πλησιάζει το δημοψήφισμα, οποιαδήποτε απόκλιση από την κανονικότητα, ειδικά στον τραπεζικό τομέα, θα μπορούσε αναμφίβολα να θεωρηθεί ως μια προσπάθεια να πιεστούν οι Ελληνες ψηφοφόροι. Η ελληνική κοινωνία έχει πληρώσει μεγάλο τίμημα, μέσω τεράστιας δημοσιονομικής προσαρμογής, ώστε να παραμείνουμε μέρος της νομισματικής ένωσης. Ωστόσο, μια δημοκρατική νομισματική ένωση που απειλεί έναν λαό, ο οποίος αναμένεται να αποφασίσει, με capital controls και κλειστές τράπεζες είναι αντιφατική. Θα ήθελα να πιστεύω ότι το Eurogroup θα σεβαστεί αυτή την αρχή. Οσον αφορά την ΕΚΤ, τον επιστάτη της νομισματικής μας σταθερότητας και όλης της Ενωσης, δεν έχω καμία αμφιβολία ότι, εάν το Eurogroup πάρει μια υπεύθυνη απόφαση σήμερα να δεχθεί το αίτημα για παράταση που βάζω στο τραπέζι, θα κάνει ότι χρειάζεται για να δώσει στους Ελληνες μερικές ακόμη ημέρες να εκφράσουν την άποψή τους.
Συνάδελφοι, αυτές είναι κρίσιμες στιγμές και οι αποφάσεις που λαμβάνουμε είναι μνημειώδεις. Στα επόμενα χρόνια πιθανότατα θα αναρωτιόμαστε «Εσύ που ήσουν στις 27 Ιουνίου;». Και τι έκανες για να αποτρέψεις αυτό που συνέβη; Τουλάχιστον θα πρέπει να μπορούμε να λέμε ότι: Δώσαμε στον λαό που ζει κάτι από τη χειρότερη ύφεση, μια ευκαιρία να σκεφτεί τις επιλογές του. Δοκιμάσαμε τη δημοκρατία ώστε να ξεφύγουμε από το αδιέξοδο. Και κάναμε ότι μπορούσαμε για να τους δώσουμε μερικές ημέρες για να το κάνουν αυτό (σσ οι πολίτες).
Τι συνέβη όταν με έδιωξαν από το Eurogroup
Σε αυτό το σημείο ο υπουργός Οικονομικών εξηγεί τι συνέβη μετά την απόρριψη του αιτήματος:
Μετά από την παρέμβασή μου ο πρόεδρος του Eurogroup απέρριψε το αίτημα για επέκταση με την υποστήριξη των υπόλοιπων μελών και ανακοίνωση ότι το Eurogroup θα εκδώσει ανακοίνωση ρίχνοντας το βάρος του αδιεξόδου στην Ελλάδα, προτείνοντας οι 18 υπουργοί Οικονομικών (δηλαδή οι 19 υπουργοί της Ευρωζώνης χωρίς τον Ελληνα υπουργό) να συνεδριάσουν ξανά για να συζητήσουν τρόπους και μέτρα ώστε να προστατεύσουν τους εαυτούς τους από τις επιπτώσεις.
Σε εκείνο το σημείο ζήτημα νομική συμβουλή, από τη γραμματεία, για το αν μπορεί ένα Eurogroup να εκδώσει ανακοίνωση χωρίς ομοφωνία και εάν ο πρόεδρος του Eurogroup μπορεί να κάνει συνεδρίαση χωρίς να καλέσει έναν υπουργό χώρας-μέλους της Ευρωζώνης.
Πήρα την εξής απίστευτη απάντηση: Το Eurogroup είναι ένα άτυπο όργανο. Συνεπώς δεν δεσμεύεται από συνθήκες ή γραμμένους κανονισμούς. Παρά το γεγονός ότι η ομοφωνία συμβατικά τηρείται, ο πρόεδρος του Eurogroup δεν δεσμεύεται από συγκεκριμένους κανόνες.
Αφήνω τoν αναγνώστη να σχολιάσει μόνος του την αυτή την αξιοσημείωτη δήλωση».
Ολοκλήρωσα την ομιλία μου όπως ακολούθως:
Συνάδελφοι, η άρνησή σας για επέκταση του προγράμματος για μερικές εβδομάδες ώστε να δώσουμε στον ελληνικό λαό τη δυνατότητα να μελετήσει ήσυχα και με ηρεμία την πρόταση των δανειστών, ιδιαίτερα από τη στιγμή που υπάρχει μεγάλη πιθανότητα να τις δεχθεί (σε αντίθεση με τη δική μας πρόταση) θα πλήξει μόνιμα την αξιοπιστία του Eurogroup ως ενός οργάνου δημοκρατικών αποφάσεων το οποίο αποτελείται από κράτη-μέλη που μοιράζονται όχι μόνο ένα κοινό νόμισμα, αλλά και κοινές αξίες».
Πηγή: iefimerida.gr
Ο υπουργός Οικονομικών δημοσίευσε, στα αγγλικά, το λόγο που έβγαλε σε δραματικούς τόνους στην τελευταία συνεδρίαση.
Στο κείμενό το εξηγεί γιατί η ελληνική κυβέρνηση δεν μπορεί να αποδεχθεί την πρόταση των δανειστών, ενώ σε δραματικούς τόνους καλεί το Eurogroup να δεχθεί το αίτημα για παράταση του προγράμματος για μερικές εβδομάδες.
Μέσα στην ομιλία του περιγράφει την ιστορικότητα των στιγμών, ενώ αφήνει και αιχμές προς τον Βόλφκγανγκ Σόιμπλε, αλλά και τον Γερούν Ντάισελμπλου.
Αναλυτικά η ομιλία Βαρουφάκη στα ελληνικά, όπως την μετέφρασε το iefimerida:
Συνάδελφοι
Στην τελευταία μας συνάντηση (25 Ιουνίου) οι θεσμοί έβαλαν στο τραπέζι την τελική τους προσφορά στις ελληνικές αρχές, σε απάντηση στην πρότασή μας για ένα Staff Level Agreement όπως είχε κατατεθεί στις 22 Ιουνίου (και υπογράφτηκε από τον πρωθυπουργό, Αλέξη Τσίπρα). Μετά από μακρά, προσεκτική εξέταση η κυβέρνησή μας αποφάσισε ότι, δυστυχώς, η πρόταση των Θεσμών δεν θα μπορούσε να γίνει δεκτή. Από τη στιγμή που φτάνουμε στην προθεσμία της 30ης Ιουνίου, η ημερομηνία όπου λήγει το παρών δάνειο, αυτό το αδιέξοδο προκαλεί μεγάλη ανησυχία σε όλους μας και οι αιτίες του πρέπει να εξεταστούν αναλυτικά.
Απορρίψαμε την πρόταση των Θεσμών εξαιτίας μια σειράς από ισχυρούς λόγους. Ο πρώτος είναι ο συνδυασμός της λιτότητας με την κοινωνική αδικία που θα έφερνε σε έναν λαό ήδη κατεστραμμένο από τη… λιτότητα και την κοινωνική αδικία. Ακόμη και η δική μας πρόταση (Staff Level Agreement) είναι υφεσιακή, σε μια προσπάθεια να καθησυχάσουμε τους Θεσμούς για να φτάσουμε πιο κοντά σε συμφωνία. Μόνο που η δική μας πρόταση προσπαθούσε να μεταφέρει τα βάρη αυτής της νέας επίθεσης λιτότητας σε εκείνους που μπορούν να πηλρώσουν, για παράδειγμα αυξάνοντας τις εγοδοτικές εισφορές στα ασφαλιστικά ταμεία από το να μειώσουμε τις χαμηλότερες συντάξεις. Παρόλα αυτά, ακόμη και η δική μας πρόταση περιέχει πολλά σημεία τα οποία απορρίπτει η ελληνική κοινωνία.
Οπότε, από εκεί που μας πίεζαν για να δεχθούμε νέα λιτότητα, με τη μορφή παράλογα υψηλών πρωτογενών πλεονασμάτων (3,5% του ΑΕΠ για το μεσοπρόθεσμο, δηλαδή λίγο χαμηλότερο από τον αριθμό που είχε συμφωνήσει η προηγούμενη ελληνική κυβέρνηση 4,5%]) καταλήξαμε να πρέπει να κάνουμε υφεσιακές ανταλλαγές μεταξύ, από τη μια μεριά, υψηλότερους φόρους/επιβαρύνσεις σε μια οικονομία όπου όσοι πληρώνουν, πληρώνουν πάρα πολλά, και από την άλλη, μειώσεις σε συντάξεις/επιδόματα σε κοινωνία κατεστραμμένη ήδη από τεράστιες περικοπές στο βασικό εισόδημα εκείνων που έχουν ανάγκη, οι οποίοι πολλαπλασιάζονται.
Συνάδελφοι, αυτά που έχουμε μεταφέρει στους Θεσμούς στις 22 Ιουνίου, όταν καταθέταμε τις προτάσεις μας: Ακόμη και αυτή η πρόταση θα είναι εξαιρετικά δύσκολο να περάσει από το Κοινοβούλιο, δεδομένων των πολλών υφεσιακών μέτρων και της λιτότητας που συνεπάγεται. Δυστυχώς η απάντηση των Θεσμών ήταν να επιμείνουν σε ακόμη πιο υφεσιακά (παραμετρικά) μέτρα (π.χ. αύξηση του ΦΠΑ στα ξενοδοχεία από το 6% στο 23%!) και, ακόμη χειρότερα, να μεταφέρουμε τα βάρη από τις επιχειρήσεις στα πιο αδύναμα μέλη της κοινωνίας (μείωση χαμηλών συντάξεων, περικοπή προνομίων στους αγρότες, αναβολή της νομοθεσίας που παρέχει κάποια προστασία στους εκμεταλλευόμενους εργαζόμενους).
Γιατί απορρίπτουμε την πρόταση
Οι νέες προτάσεις των Θεσμών, στην πρόταση της 25ης Ιουνίου (Staff Level Agreement/Προαπαιτούμενα) μετέτρεψαν ένα πολιτικά προβληματικό πακέτο, για το δικό μας Κοινοβούλιο, σε ένα πακέτο που θα ήταν εξαιρετικά δύσκολο να περάσει από την Ολομέλεια. Αλλά δεν είναι μόνο αυτό. Γίνεται ακόμη χειρότερο όταν κοιτάξουμε τον προτεινόμενο πακέτο χρηματοδότησης.
Αυτό που κάνει αδύνατο να περάσει το πακέτο των Θεσμών από το Κοινοβούλιο είναι η έλλειψη απάντησης στο ερώτημα; Αυτά τα επώδυνα μέτρα τουλάχιστον θα μας δώσουν μια περίοδο ηρεμίας κατά την οποία θα μπορέσουμε να προχωρήσουμε στις συμφωνημένες μεταρρυθμίσεις και μέτρα; Θα μπορέσει ένα σοκ αισιοδοξίας να αντιστρέψει τα αποτελέσματα της ύφεσης από μια περίοδο επιπλέον δημοσιονομικής προσαρμογής που επιβάλλεται σε μια χώρα που είναι σε ύφεση για 21 συνεχόμενα τρίμηνα; Η απάντηση είναι ξεκάθαρη: Οχι, η πρόταση των Θεσμών δεν προσφέρει καμία τέτοια προοπτική.
Αυτό γιατί: Η προτεινόμενη χρηματοδότηση για τους επόμενους πέντε μήνες είναι προβληματική για μια σειρά από λόγους:
- Πρώτον, δεν έχει καμία πρόβλεψη για τις καθυστερήσεις του κράτους, οι οποίες προκλήθηκαν από το γεγονός ότι έκανε επί πέντε μήνες πληρωμές χωρίς εκταμιεύσεις και από τη μείωση των φορολογικών εσόδων από τη συνεχόμενη απειλή για Grexit η οποία πλανάται συνεχώς στον αέρα.
- Δεύτερον, η ιδέα «κανιβαλισμού» του EFSF για να πληρωθούν τα ομόλογα της ΕΚΤ ενέχει έναν καθαρό κίνδυνο: Αυτά τα χρηματικά ποσά έχουν διατεθεί, σωστά, για την ενδυνάμωση των εύθραυστων τραπεζών, πιθανότατα μέσω μιας διαδικασίας που αντιμετωπίζει τα τεράστια μη εξυπηρετούμενα δάνεια που «κατατρώνε» την κεφαλαιοποίησή τους. Η απάντηση που μου έδωσε ανώτερο στέλεχος της ΕΚΤ, το όνομα του οποίου δεν θα αποκαλύψω, είναι ότι τα κεφάλαια του ΤΧΣ θα αναπληρωθούν ώστε να αντιμετωπιστούν οι ανάγκες κεφαλαιοποίησης των τραπεζών. Και ποιος θα κάνει την αναπλήρωση; Ο ESM, ήταν η απάντηση που μου δόθηκε. Αλλά, και αυτό είναι ένα γιγαντιαίο αλλά, αυτό δεν είναι μέρος της προτεινόμενης συμφωνίας και, επιπλέον, δεν θα μπορούσε να είναι μέρος της συμφωνίας από τη στιγμή που οι Θεσμοί δεν έχουν καμία εντολή να δεσμεύσει τον ESM με τέτοιο τρόπο, όπως είμαι σίγουρος ότι θα μας το θυμίσει αυτό ο Βόλφγκανγκ. Και, επιπλέον, εάν μπορούσε να γίνει μια τέτοια διευθέτηση, γιατί η λογική, μέτρια πρότασή μας για έναν νέο ESM για την Ελλάδα που θα βοηθούσε να μεταφερθούν τα SMP της ΕΚΤ στον νέο ESM δεν συζητείται; Η απάντηση «δεν θα το συζητήσουμε επειδή δεν θα το συζητήσουμε» θα είναι πολύ δύσκολο να μεταφερθεί από εμένα στο Κοινοβούλιό μου, μαζί με ακόμα ένα πακέτο λιτότητας.
- Τρίτον, το προτεινόμενο χρονοδιάγραμμα εκταμιεύσεων είναι ένα ναρκοπέδιο αξιολογήσεων, μια κάθε μήνα, το οποίο θα εξασφαλίσει δύο πράγματα. Πρώτον ότι η ελληνική κυβέρνηση θα βυθιστεί κάθε μέρα, κάθε βδομάδα στη διαδικασία αξιολόγησης για πέντε μακρούς μήνες . Και πολύ πριν τελειώσουμε αυτοί οι πέντε μήνες θα μπούμε σε μια ακόμη κουραστική διαπραγμάτευση για το επόμενο πρόγραμμα, από τη στιγμή που δεν υπάρχει τίποτα στην πρόταση των δανειστών που να δημιουργεί ακόμη και την παραμικρή ελπίδα πως η Ελλάδα μπορεί να σταθεί μόνη της στα πόδια της.
- Τέταρτον, δεδομένου του ότι είναι απόλυτα ξεκάθαρο πως το χρέος μας θα παραμείνει μη βιώσιμο μέχρι το τέλος του χρόνου και πως η έξοδος στις αγορές θα παραμείνει όσο μακρινή όσο είναι τώρα, δεν μπορούμε να υπολογίζουμε ότι το ΔΝΤ θα εκταμιεύσει το δικό του μερίδιο, τα 3,5 δισ. ευρώ που οι Θεσμοί υπολογίζουν ως μέρος του χρηματοδοτικού πακέτου υπό συζήτηση.
Αυτοί είναι στέρεοι λόγοι γιατί η κυβέρνησή μας δεν πιστεύει ότι έχει κάποια εντολή να δεχθεί την πρόταση των Θεσμών ή να χρησιμοποιήσει την κυβερνητική πλειοψηφία ώστε να πιέσει για να περάσει και πάνω από τα καταστατικά.
Την ίδια ώρα δεν έχουμε εντολή να απορρίψουμε την πρόταση των θεσμών, αντιλαμβανόμενοι την κρίσιμη στιγμή της Ιστορίας στην οποία βρισκόμαστε. Το κόμμα μας πήρε το 36% ων ψήφων και η κυβέρνησή μας στο σύνολό της έχει εντολή από λιγότερο από το 40% του λαού. Γνωρίζοντας το πόσο βαρυσήμαντη είναι η απόφασή μας, αισθανόμαστε υποχρεωμένοι να θέσουμε την πρόταση των δανειστών στον ελληνικό λαό. Θα προσπαθήσουμε να εξηγήσουμε σαφώς τι σημαίνει ένα «ναι» στην πρόταση των Θεσμών, να κάνουμε το ίδιο αναφορικά με το «όχι» και να τους αφήσουμε να αποφασίσουν.
Από τη δική μας την πλευρά θα δεχθούμε τη λαϊκή ετυμηγορία και θα κάνουμε ότι χρειαστεί για να την εφαρμόσουμε, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο.
Κάποιοι ανησυχούν ότι μια ψήφος στο «ναι» θα είναι μια ψήφος μη εμπιστοσύνης στην κυβέρνησή μας (μιας και θα προτείνουμε ψήφο στο «όχι»), και σε αυτή την περίπτωση δεν θα μπορούμε να υποσχεθούμε στο Eurogroup ότι θα είμαστε σε θέση να υπογράψουμε και να εφαρμόσουμε μια συμφωνία με τους Θεσμούς. Δεν ισχύει κάτι τέτοιο. Είμαστε αφοσιωμένοι δημοκράτες. Εάν ο λαός μας δώσει καθαρή εντολή για να υπογράψουμε τις προτάσεις των Θεσμών, θα κάνουμε ότι χρειάζεται να για να το πράξουμε, ακόμη κι αν αυτό σημαίνει μια ανασχηματισμένη κυβέρνηση.
Συνάδελφοι, η λύση του δημοψηφίσματος είναι η καλύτερη για όλους, δεδομένων των περιορισμών που αντιμετωπίζουμε.
Εάν η κυβέρνησή μας δεχόταν την πρόταση των Θεσμών σήμερα, υποσχόμενη να το περάσει από το Κοινοβούλιο, θα χάναμε στο Κοινοβούλιο με το αποτέλεσμα να έφερνε νέες εκλογές μέσα σε έναν μακρύ μήνα, μετά η καθυστέρηση, η αβεβαιότητα και οι προοπτικές για μια επιτυχή επίλυση θα ήταν πολύ πολύ μηδαμινές.
Αλλά ακόμη και εάν καταφέρναμε να περάσουμε την πρόταση των Θεσμών από το Κοινοβούλιο, θα αντιμετωπίζαμε ένα τεράστιο πρόβλημα εφαρμογής. Για να το θέσω απλά, όπως και οι προηγούμενες κυβερνήσεις που πίεσαν για πολιτικές που υπαγορεύθηκαν από τους Θεσμούς δεν μπόρεσαν να πάρουν το λαό με το μέρος τους, το ίδιο θα συνέβαινε και με εμάς.
Για το ερώτημα ευρώ ή δραχμή
Στην ερώτηση που θα μπει στον Ελληνικό λαό, πολλή συζήτηση έχει γίνει για το ποια πρέπει να είναι. Πολλά από εσάς μας λένε, μας συμβουλεύουν, ακόμη και μας δίνουν εντολή πως πρέπει να είναι μια ερώτηση «ναι ή όχι» στο ευρώ. Ας είμαι ξεκάθαρος σε αυτό. Πρώτον η ερώτηση καταρτίστηκε από το υπουργικό συμβούλιο και μόλις έχει περάσει από το Κοινοβούλιο και είναι “δέχεστε την πρόταση των Θεσμών όπως μας παρουσιάστηκε στις 25 Ιουνίου στο Eurogroup;”. Αυτή είναι η μόνη σχετική ερώτηση. Εάν είχαμε δεχθεί την πρόταση πριν από δύο ημέρες θα είχαμε συμφωνία. Η ελληνική κυβέρνηση τώρα ρωτάει το εκλογικό σώμα να απαντήσει στην ερώτηση που τέθηκε σε εμένα από τον Γερούν (Ντάιεσλμπλουμ), ειδικά όταν μου είπες “μπορείς να το θεωρήσεις αυτό, εάν θες ως μια πρόταση take it or leave it”. Λοιπόν έτσι το πήραμε και τώρα τιμούμε τους Θεσμούς και τον ελληνικό λαό ρωτώντας τον να δώσει μια σαφή απάντηση στην πρόταση των Θεσμών.
Αυτοί που λένε ότι, ουσιαστικά, αυτό είναι ένα δημοψήφισμα για το ευρώ, η απάντησή μου είναι: Μπορείτε να το πείτε αυτό, αλλά εγώ δεν θα κάνω κανένα σχόλιο. Αυτή είναι δική σας κρίση, δική σας ερμηνεία. Οχι δική μας! Υπάρχει μια λογική για το πως το βλέπετε, αλλά μόνο εάν υπάρχει μια έμμεση απειλή πως ένα “όχι” από τον ελληνικό λαό στην πρόταση των Θεσμών θα ακολουθηθεί από κινήσεις για να βγει η Ελλάδα, παράνομα, από το ευρώ. Αυτή η απειλή δεν θα είναι συνεπής με τις βασικές αρχές της Ευρωπαϊκής δημοκρατικής διακυβέρνησης και του Ευρωπαϊκού Νομικού πλαισίου.
Σε εκείνους που μας δίνουν εντολή να μετατρέψουμε το δημοψήφισμα στο δίλημμα ευρώ-δραχμή, η απάντησή μου είναι ξεκάθαρη: Οι Ευρωπαϊκές Συνθήκες έχουν προβλέψει μια έξοδο από την Ευρωπαϊκή Ενωση. Δεν προβλέπουν όμως έξοδο από την Ευρωζώνη. Για καλό λόγο, βέβαια, καθώς το αδιαίρετο της Νομισματικής μας Ενωσης είναι στοιχείο του λόγου ύπαρξής της. Το να μας ζητάτε να βάλουμε στο δημοψήφισμα ερώτηση που θα περιλαμβάνει έξοδο από την Ευρωζώνη είναι σαν να μας ζητάτε να παραβιάσουμε της συνθήκες της ΕΕ και το νομικό πλαίσιο της ΕΕ. Προτείνω σε όποιον μας θέλει, ή όποιον άλλο, να κάνει δημοψήφισμα στα μέλη της Ευρωζώνης για να αλλάξουν οι συνθήκες.
Δεν πήρατε ποτέ σοβαρά την πρότασή μας
Συνάδελφοι,
Ηρθε η ώρα να το καταγράψουμε. Ο λόγος για τον οποίο βρισκόμαστε σε αυτό το γρίφο είναι ένας: Η αρχική πρόταση της κυβέρνησής μας σε εσάς και τους Θεσμούς, την οποία εξέφρασα εδώ στο Eurogroup, στην πρώτη μου παρέμβαση, δεν ελήφθη ποτέ σοβαρά. Ηταν η πρόταση πως θα μπορούσε να βρεθεί κοινό έδαφος μεταξύ του υπάρχοντος Μνημονίου και του προγράμματος της κυβέρνησής μας. Για μια φευγαλέα στιγμή, η ανακοίνωση του Eurogroup της 20ης Φεβρουαρίου άφησε ελπίδες για ένα αυτό το κοινό έδαφος, καθώς δεν έκανε καμία αναφορά στο Μνημόνιο και επικεντρωνόταν στη νέα λίστα μεταρρυθμίσεων που θα κατέθετε η κυβέρνησή μας στους Θεσμούς.
Δυστυχώς, αμέσως μετά την 20η Φεβρουαρίου οι Θεσμοί και οι περισσότεροι από τους συναδέλφους σε αυτό το δωμάτιο, επιδίωξαν να φέρουν πίσω στο επίκεντρο το Μνημόνιο, και τα μειώσουν τον ρόλο μας σε περιθωριακές αλλαγές μέσα στο Μνημόνιο. Ηταν να μας είπαν, για να παραφράσω τον Χένρι Φορντ, οτι θα μπορούσαμε να είχαμε οποιαδήποτε λίστα μεταρρυθμίσεων, οποιαδήποτε συμφωνία, αρκεί αυτή να ήταν το Μνημόνιο. Το κοινό έδαφος, τότε θυσιάστηκε ώστε να επιβληθεί στην κυβέρνησή μας μια εξευτελιστική υποχώρηση. Αυτή είναι η άποψή μου, αλλά δεν έχει σημασία πια. Τώρα είναι η ώρα του ελληνικού λαού να αποφασίσει.
Το έργο μας, στο σημερινό Eurogroup, πρέπει να είναι να προλειάνουμε το έδαφος για ένα ήρεμο πέρασμα στο δημοψήφισμα της 5ης Ιουλίου. Αυτό σημαίνει ένα πράγμα: Να παραταθεί για μερικές εβδομάδες το πρόγραμμα ώστε το δημοψήφισμα να πραγματοποιηθεί σε συνθήκες ηρεμία. Αμέσως μετά την 5η Ιουλίου, εάν ο λαός έχει ψηφίσει «ναι» η πρόταση των Θεσμών θα υπογραφεί. Μέχρι τότε, στη διάρκεια της επόμενης εβδομάδας, καθώς πλησιάζει το δημοψήφισμα, οποιαδήποτε απόκλιση από την κανονικότητα, ειδικά στον τραπεζικό τομέα, θα μπορούσε αναμφίβολα να θεωρηθεί ως μια προσπάθεια να πιεστούν οι Ελληνες ψηφοφόροι. Η ελληνική κοινωνία έχει πληρώσει μεγάλο τίμημα, μέσω τεράστιας δημοσιονομικής προσαρμογής, ώστε να παραμείνουμε μέρος της νομισματικής ένωσης. Ωστόσο, μια δημοκρατική νομισματική ένωση που απειλεί έναν λαό, ο οποίος αναμένεται να αποφασίσει, με capital controls και κλειστές τράπεζες είναι αντιφατική. Θα ήθελα να πιστεύω ότι το Eurogroup θα σεβαστεί αυτή την αρχή. Οσον αφορά την ΕΚΤ, τον επιστάτη της νομισματικής μας σταθερότητας και όλης της Ενωσης, δεν έχω καμία αμφιβολία ότι, εάν το Eurogroup πάρει μια υπεύθυνη απόφαση σήμερα να δεχθεί το αίτημα για παράταση που βάζω στο τραπέζι, θα κάνει ότι χρειάζεται για να δώσει στους Ελληνες μερικές ακόμη ημέρες να εκφράσουν την άποψή τους.
Συνάδελφοι, αυτές είναι κρίσιμες στιγμές και οι αποφάσεις που λαμβάνουμε είναι μνημειώδεις. Στα επόμενα χρόνια πιθανότατα θα αναρωτιόμαστε «Εσύ που ήσουν στις 27 Ιουνίου;». Και τι έκανες για να αποτρέψεις αυτό που συνέβη; Τουλάχιστον θα πρέπει να μπορούμε να λέμε ότι: Δώσαμε στον λαό που ζει κάτι από τη χειρότερη ύφεση, μια ευκαιρία να σκεφτεί τις επιλογές του. Δοκιμάσαμε τη δημοκρατία ώστε να ξεφύγουμε από το αδιέξοδο. Και κάναμε ότι μπορούσαμε για να τους δώσουμε μερικές ημέρες για να το κάνουν αυτό (σσ οι πολίτες).
Τι συνέβη όταν με έδιωξαν από το Eurogroup
Σε αυτό το σημείο ο υπουργός Οικονομικών εξηγεί τι συνέβη μετά την απόρριψη του αιτήματος:
Μετά από την παρέμβασή μου ο πρόεδρος του Eurogroup απέρριψε το αίτημα για επέκταση με την υποστήριξη των υπόλοιπων μελών και ανακοίνωση ότι το Eurogroup θα εκδώσει ανακοίνωση ρίχνοντας το βάρος του αδιεξόδου στην Ελλάδα, προτείνοντας οι 18 υπουργοί Οικονομικών (δηλαδή οι 19 υπουργοί της Ευρωζώνης χωρίς τον Ελληνα υπουργό) να συνεδριάσουν ξανά για να συζητήσουν τρόπους και μέτρα ώστε να προστατεύσουν τους εαυτούς τους από τις επιπτώσεις.
Σε εκείνο το σημείο ζήτημα νομική συμβουλή, από τη γραμματεία, για το αν μπορεί ένα Eurogroup να εκδώσει ανακοίνωση χωρίς ομοφωνία και εάν ο πρόεδρος του Eurogroup μπορεί να κάνει συνεδρίαση χωρίς να καλέσει έναν υπουργό χώρας-μέλους της Ευρωζώνης.
Πήρα την εξής απίστευτη απάντηση: Το Eurogroup είναι ένα άτυπο όργανο. Συνεπώς δεν δεσμεύεται από συνθήκες ή γραμμένους κανονισμούς. Παρά το γεγονός ότι η ομοφωνία συμβατικά τηρείται, ο πρόεδρος του Eurogroup δεν δεσμεύεται από συγκεκριμένους κανόνες.
Αφήνω τoν αναγνώστη να σχολιάσει μόνος του την αυτή την αξιοσημείωτη δήλωση».
Ολοκλήρωσα την ομιλία μου όπως ακολούθως:
Συνάδελφοι, η άρνησή σας για επέκταση του προγράμματος για μερικές εβδομάδες ώστε να δώσουμε στον ελληνικό λαό τη δυνατότητα να μελετήσει ήσυχα και με ηρεμία την πρόταση των δανειστών, ιδιαίτερα από τη στιγμή που υπάρχει μεγάλη πιθανότητα να τις δεχθεί (σε αντίθεση με τη δική μας πρόταση) θα πλήξει μόνιμα την αξιοπιστία του Eurogroup ως ενός οργάνου δημοκρατικών αποφάσεων το οποίο αποτελείται από κράτη-μέλη που μοιράζονται όχι μόνο ένα κοινό νόμισμα, αλλά και κοινές αξίες».
Πηγή: iefimerida.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου