HuffPost Greece |
Newsroom
·
Αν και το γνωρίζουμε το επιβεβαιώνει και η Τράπεζα της Ελλάδας (ΤτΕ) στην έκθεσή της για τη Νομισματική Πολιτική. Η οικονομική κρίση έχει επιπτώσεις στην υγεία των πολιτών ανεξαιρέτου ηλικίας. Αξιοσηµείωτο είναι, σύμφωνα με την έρευνα, το εύρηµα ότι η σωµατική υγεία των παιδιών έχει επηρεαστεί αρνητικά από την οικονοµική κρίση.
Αν και το γνωρίζουμε το επιβεβαιώνει και η Τράπεζα της Ελλάδας (ΤτΕ) στην έκθεσή της για τη Νομισματική Πολιτική. Η οικονομική κρίση έχει επιπτώσεις στην υγεία των πολιτών ανεξαιρέτου ηλικίας. Αξιοσηµείωτο είναι, σύμφωνα με την έρευνα, το εύρηµα ότι η σωµατική υγεία των παιδιών έχει επηρεαστεί αρνητικά από την οικονοµική κρίση.
Στην έκθεση
της Τράπεζας
της Ελλάδας,
που επικαλείται
διεθνή
βιβλιογραφία,
το ποσοστό των
γεννήσεων
παιδιών
χαµηλού βάρους
(κάτω από 2,5 κιλά)
στην Ελλάδα
έχει αυξηθεί
κατά 19% την περίοδο
2008-2010, γεγονός που
συνδέεται µε
µακροχρόνιες
αρνητικές
επιπτώσεις
στην υγεία και
την ανάπτυξη
των παιδιών. Eπίσης,
η ΤτΕ
επικαλούμενη
στοιχεία της
ΕΛΣΤΑΤ, έχει
ανακοπεί η
µακροχρόνια
τάση µείωσης
της παιδικής
θνησιµότητας
(θάνατοι
βρεφών έως
ενός έτους ανά
1.000 γεννήσεις
ζώντων).
Συγκεκριµένα,
η παιδική
θνησιµότητα αυξήθηκε
από 2,65 το 2008 σε 3,75 το 2014.
Η εξέλιξη αυτή
αποδίδεται
αφενός στην
αύξηση κατά
περίπου 10% των
θανάτων βρεφών
κάτω του ενός
έτους και
αφετέρου στην
υποχώρηση των
γεννήσεων κατά
22,1% την
προαναφερθείσα
περίοδο.
Συγκεκριµένα, καταγράφηκαν
92.149 γεννήσεις το
2014, έναντι 118.302 το 2008
(που ήταν η
υψηλότερη τιµή
της περιόδου 1985-2014).
Παρά το γεγονός
ότι τα
στοιχεία αυτά
δεν µπορούν
άµεσα να
αποδοθούν στην
οικονοµική
κρίση, η
αναστροφή των
προηγούµενων
τάσεων
αποτελεί ιδιαίτερα
ανησυχητικό
φαινόµενο.
Επιπλέον
οι επιπτώσεις
της
οικονοµικής
κρίσης στην ψυχική
υγεία του
πληθυσµούείναι
σηµαντικές και
εµφανείς. Για
παράδειγµα,
δραµατική
αύξηση
παρουσιάζει το
ποσοστό του
πληθυσµού µε
συµπτώµατα
µείζονος κατάθλιψης
κατά την
περίοδο της
κρίσης.
Το
εύρηµα
επιβεβαιώνεται
από
επιδηµιολογικές
έρευνες,
σύµφωνα µε τις
οποίες
καταγράφεται ραγδαία
αύξηση της
µείζονος
κατάθλιψης από
3,3% το 2008 σε 6,8% το 2009, 8,2% το
2011 και 12,3% το 2013. Όπως
αποτυπώνεται
στα στοιχεία
της έρευνας
υγείας της
ΕΛΣΤΑΤ, το 2014 το 4,7%
του πληθυσµού
ηλικίας 15 ετών
και άνω δήλωσε
ότι είχε
κατάθλιψη,
έναντι 2,6% το 2009.
Αν και
απαιτούνται
αρκετά χρόνια
ώστε να
αποκαλυφθούν
οι πλήρεις επιπτώσεις
της
οικονοµικής
κρίσης στην
υγεία του πληθυσµού,
επισημαίνεται
στην έκθεση,
στην Ελλάδα αρκετοί
δείκτες υγείας
έχουν αρχίσει
να επιδεινώνονται.
Πρόσφατες
µελέτες
υποστηρίζουν
ότι τα πρώτα
χρόνια της
οικονοµικής
κρίσης
µειώθηκε το ποσοστό
του πληθυσµού
που δηλώνει
«καλή» ή «πολύ
καλή»
αυτοαξιολογούµενη
υγεία (self-rated health),
από 71% το 2006 σε 68,8% το 2011.
Σύµφωνα όµως µε
νεότερα
στοιχεία (ΕΛΣΤΑΤ
2015), το ποσοστό
του πληθυσµού
που δηλώνει
«καλή» ή «πολύ
καλή» υγεία
έχει
παραµείνει
σταθερό µεταξύ 2009
και 2014.
Ωστόσο,
στην ίδια
έρευνα της
ΕΛΣΤΑΤ
αναφέρει η ΤτΕ
στην έκθεσή
της,
καταγράφεται
σηµαντική
αύξηση (κατά 24,2%)
στον πληθυσµό
ηλικίας 15 ετών
και άνω (15+) που
δηλώνει ότι
πάσχει από
κάποιο χρόνιο πρόβληµα
υγείας ή
χρόνια πάθηση (τα
περιστατικά
χρόνιας
νοσηρότητας
αυξήθηκαν από 39,7%
το 2009 σε 49,3% το 2014).
Επίσης,
την περίοδο
της κρίσης αυξήθηκε
το ποσοστό του
πληθυσµού (15+) που
περιόρισε τις
δραστηριότητές
του λόγω
προβληµάτων
υγείας
(δείκτης Global Activity Limitation Indicator)
από 22,8% το 2009 σε 29,8% το
2014.
Η
ανοδική τάση
στη χρόνια
νοσηρότητα του
πληθυσµού δύναται
να επιδράσει
αυξητικά στις
µελλοντικές δαπάνες
υγείας και να
επιβαρύνει τα
ασφαλιστικά ταµεία
ενώ ενδέχεται
να οδηγήσει σε
υποχώρηση της παραγωγικότητας
της εργασίας.
Τα
µέχρι στιγµής
διαθέσιµα
στοιχεία,
συνεχίζει η έκθεση,
συνηγορούν
στην πρόβλεψη
ότι τα
περιστατικά
χρόνιων
παθήσεων
αναµένεται να αυξηθούν εξαιτίας:
α) της
µικρότερης
ζήτησης για
ιατρικές υπηρεσίες
λόγω
χαµηλότερων
εισοδηµάτων, β)
του αυξηµένου
άγχους, γ) της
υιοθέτησης
λιγότερο
υγιεινού
τρόπου ζωής
και δ) της
πιθανής
υποβάθµισης
των προσφερόµενων
υπηρεσιών
υγείας.
Στο βαθµό που
το επίπεδο
υγείας των
πολιτών, όπως σκιαγραφείται
από τους σχετικούς
δείκτες
σωµατικής και
ψυχικής
υγείας, θα εξακολουθήσει
να
υποβαθµίζεται,
οι δαπάνες
υγείας αναµένεται
να αυξηθούν
µελλοντικά, µε
αντίστοιχη επιβάρυνση
των
ασφαλιστικών
ταµείων.
Επιπρόσθετα η
υποβάθµιση του
επιπέδου
υγείας των
πολιτών δύναται
να οδηγήσει σε
απώλειες ωρών
εργασίας και
σε κάµψη της παραγωγικότητας
της εργασίας.
Οι
µακροχρόνιες
επιπτώσεις θα
µπορούσαν να
συνδέονται µε
χειροτέρευση
της γενικής
υγείας του
πληθυσµού και
αναστροφή της
ανοδικής τάσης
στο προσδόκιµο
ζωής
υπογραμμίζεται
στην έκθεση.
Διαβάστε
όλη την έκθεση
εδώ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου