Δευτέρα 15 Μαΐου 2017

Αλκυόνη Παπαδάκη: Δεν έχει ταυτότητα ο έρωτας...

Ξέρεις τι μετράει τελικά; Ποια χέρια θα σε αγκαλιάσουν και θα κάμουν το δέρμα σου να δακρύσει, περιγράφει την ουσία της ζωής και του αληθινού έρωτα, η σπουδαία συγγραφέας, με τον λυρικό τρόπο γραφής της.-Από τη Μανταλένα Μαρία Διαμαντή
 
Ξέρεις τι μετράει τελικά; Ποια χέρια θα σε αγκαλιάσουν και θα κάμουν το δέρμα σου να δακρύσει, περιγράφει την ουσία της ζωής και του αληθινού έρωτα, η σπουδαία συγγραφέας, με τον λυρικό τρόπο γραφής της.-Από τη Μανταλένα Μαρία Διαμαντή
Αλκυόνη Παπαδάκη. Μία ιδιαίτερα ταλαντούχα κι ευρηματική συγγραφεάς που όταν διαβάζεις λόγια της, δεν μπορείς παρά να γοητευτείς από την ομορφιά και το νόημά τους.
Αφηγείται όλες τις ιστορίες της με μια γλυκιά μελαγχολία. Οι ήρωες στην αφήγηση της είναι τόσο αληθινοί που ο καθένας μας μπορεί να ταυτιστεί μαζί τους. Η πένα της καταφέρνει να μας ταξιδεύει με μοναδικό τρόπο... Γεννήθηκε στο Νιο Χωριό του νομού Χανίων της Κρήτης. Ο πατέρας της ήταν δάσκαλος με παράσημο από τον πόλεμο της Αλβανίας. Τα παιδικά χρόνια της χρόνια ήταν δύσκολα. Μπήκε εσωτερική στη Γαλλική Σχολή Saint Joseph των Χανίων και ύστερα ήρθε στην Αθήνα για να σπουδάσει στο Πάντειο Πανεπιστήμιο. Ωστόσο,  δεν το τελείωσε ποτέ, επειδή άρχισε να παρακολουθεί μαθήματα δημοσιογραφίας στην Ελληνοαμερικανική Ένωση. Εκείνη την περίοδο, έγραφε το πρώτο της βιβλίο, με τίτλο "Κόκκινο σπίτι" και το οποίο εξέδωσε με δικά της χρήματα. Με επιστολή ζήτησε να εργαστεί στον Χρήστο Λαμπράκη, ο οποίος τότε διηύθυνε το περιοδικό "Ταχυδρόμος" και εξέδιδε, μεταξύ άλλων, τις εφημερίδες "Το Βήμα" και "Τα Νέα". Μαθήτευσε κοντά στον δημοσιογράφο Νίκο Κακαουνάκη στα "ΝΕΑ" και με πρόσκληση του Τάσου Βουρνά στην εφημερίδα "Αυγή".Τότε, διαμόρφωσε αριστερή συνείδηση. Συζούσε εκείνη την περίοδο με έναν δημοσιογράφο, τον οποίο ακολούθησε στο Παρίσι εξαιτίας της χούντας. Όταν δε, επέστρεψε στην Ελλάδα, της πήραν το διαβατήριο επειδή είχε φάκελο στην αστυνομία λόγω αριστερών πεποιθήσεων. Ήταν αρχές του `70 όταν συνάντησε τον σημερινό σύντροφό της με τον οποίο απέκτησε ένα γιο. Από τα 45 της χρόνια, κάθε δεύτερη χρονιά εκδίδει από ένα μυθιστόρημα.
Επέλεξα  υπέροχα αποσπάσματα από το βιβλίο της "Σκισμένο Ψαθάκι" που αξίζει να διαβάσετε και σας τα παραθέτω.
"Μια ζωή θυμάμαι τον εαυτό μου να φτιάχνει στέκια και καταφύγια για την ψυχή μου. Κι εκεί που είναι όλα έτοιμα κι έχω αρχίσει να βολεύομαι, εκεί που είναι τα πάντα τακτοποιημένα και κάθομαι λίγο να ξεκουραστώ και να κάμω τσιγαράκι, μπαίνει ο διάολος μέσα μου και μου την ανάβει.
-Τι `ναι τούτα δω τα σκιάχτρα; μου λέει. Δεν είναι για σένα η λούφα, κορίτσι μου. Πάλι πλαστογραφίες κάνεις;
Και βροντάω τότε ένα ασιχτίρ και τα κάνω όλα κεραμιδαριό.
Ύστερα κάθομαι σταυροπόδι και γλείφω τις πληγές μου σαν το σκυλί. Δεν πειράζει, λέω. Πάμε γι`
άλλα. Όπως και να `χει το πράμα, η Ρόζυ γεννήθηκε με το βλέμμα καρφωμένο στο ξημέρωμα. Όρτσα τα πανιά λοιπόν.
Ένα μικρό ψαροκάικο είναι η ζωή μου. Ένα μικρό φθαρμένο ψαροκάικο που έχει σμαραγδιά φεγγάρια στο κατάρτι του κι έναν ξεσκούφωτο ήλιο αληταρά για τιμονιέρη.
Ένα ψαροκάικο, δίχως ρότα.
-Πού πάμε, καπετάνιο; με ρωτάει ο τιμονιέρης και μου κλείνει το μάτι. Όπου πάν` τα κύματα! λέω επίσημα εγώ.
Και τα σμαραγδιά φεγγάρια που είναι στο κατάρτι σκάνε σαν ρόδια στην κουβέρτα.
Κι ο ξεσκούφωτος ήλιος ο αληταράς παρατάει το τιμόνι του και χορεύει. Και
η νύχτα γεμίζει χιλιάδες ήλιους, αληταράδες. Και η ψυχή μου γεμίζει νύχτες
πολύχρωμες. Γεμίζει σμαραγδιά φεγγάρια και θαλασσινά πουλιά. Πού να
χωρέσουν μέσα μου όλ` αυτά; Πού να στριμωχτούν, π` ανάθεμά τα;"

"Αν βρισκόταν τώρα κάποιος δίπλα μου να μου ζεστάνει τα χέρια…. να μου πει ψιθυριστά Εντάξει Μη φοβάσαι μωρό μου» Κι εγώ να σύρω τα δάχτυλα μου στο πρόσωπο του και να πιάσω το σχήμα του χαμόγελου του. Να πιάσω το σχήμα του κόσμου. Και να γλυκαθώ. Κάτι τέτοιες νύχτες είναι που έχω κάνει όλες τις αγοραπωλησίες της ψυχής μου με τον πρώτο έμπορα που θα μου παρουσιαστεί. Πουλάω τα πάντα έτσι για έναν παρά."
"Είναι κάτι νύχτες του Γενάρη που τα πουλιά τρέχουν να κρυφτούν γιατί νιώθουν πως έρχεται ο χιονιάς. Πολλά πουλιά χιλιάδες
Θέλω να φύγω Θέλω να φύγω γρήγορα πριν με προλάβει ο χιονιάς…."
"Βαρέθηκα να ανάβω φωτιές για να ζεσταθούν οι άλλοι και στο τέλος να ξεπαγιάζω εγώ. 
Να μοιράζομαι την καρέκλα μου με τον κάθε κουρασμένο και στο τέλος να στρογγυλοκάθεται αυτός και γω να κουλουριάζομαι στο πάτωμα.
Να σκουπίζω με τα χείλια μου τα δάκρυα των άλλων και τα δικά μου να ξεραίνονται στα μαγούλα μου και να κάνουν κρουστά
Κουράστηκε η ράχη μου να κουβαλά πληγωμένους. Στέγνωσε το στόμα μου να τους φωνάζω. Μη σωριάζεστε ρε ξεφτίλες. Σταθείτε στα πόδια σας. Μπόρα είναι. Βγάλτε τις τσίμπλες από τα μάτια σας Ξημερώνει.
Βαρέθηκα να φτιάχνομαι από τα λάθη μου. Να φυτεύω βολβούς πάνω σε σωρούς από σκατά. Να βγάζω αθώους τους ένοχους και να κάθομαι για πάρτη τους στο σκαμνί. Να μουλιάζω στην βροχή γιατί άνοιξα την ομπρελά μου να μπουν από κάτω δυο τρεις μουρόχαβλοι που μου φάνηκαν κρυουλιάρηδες.
Το κακό είναι πώς όλα αυτά γίνονται επειδή στο βάθος είμαι δειλή. Τα κάνω για να πιστέψω έστω και για λίγο πώς είμαι και εγώ εδώ. Πως παίζω και εγώ σ΄ αυτό το ντέρμπυ. Πάντως όπως και να χει το ζήτημα ένα πράμα ξέρω καλά. Πως γουστάρω πολύ.
Γουστάρω την φάση και περισσότερο την αντίφαση.
Γουστάρω την τρελά μου και περισσότερο την τρελά των άλλων
Γουστάρω να μυρίζομαι ανθρωπιά. Γουστάρω τ΄ αγόρια που έχουν κορδέλες στα μαλλιά και στα μάτια ένα ματσάκι μενεξέδες
Γουστάρω τα κορίτσια που τραγουδούν στις ακρογιαλιές μ’ ένα θαλασσοπούλι ανάμεσα στα φρύδια
Μπορεί να είμαι μια δειλή μια φευγάτη αλλά χαίρομαι αφάνταστα που κάποιος με έσπειρε σε αυτή την γη…
… Ξέρεις τι μετράει τελικά; Ποια χέρια θα σε αγκαλιάσουν και θα κάμουν το δέρμα σου να δακρύσει. Ποιο στόμα θα τσακίσει το φλοιό του μυαλού σου και θα σε τινάξει χωρίς αναπνοή στ αστέρια. Δεν έχει ταυτότητα ο έρωτας.
 Κάθε φορά που τυχαίνει να πετάξω τις αποσκευές μου, να βάλω φωτιά στο καλύβι μου, με πιάνει μετά από λίγο τέτοια ταραχή, που τρέχω να ξεπουλήσω όσο, όσο την ανεξαρτησία μου
Αυτοί που λένε πως είναι ευτυχείς, γιατί έκοψαν τα νήματα που τους συνδέανε με τους υπόλοιπους, αν δεν το παίζουν βούδες είναι το λιγότερο μαλάκες του γλυκού νερού. Όσο περισσότερο ξεκόβεις από τους άλλους, τόσο έρχεσαι κοντύτερα στην Άβυσσο. Κι εκεί τα πράματα είναι δύσκολα. Παρία και πληγή
Χρειαζόμαστε μικρές σκλαβιές στην ζωή μας, για να ξυπνάμε Χρειαζόμαστε πλαίσια. Σκοπούς. Προσδιορισμούς. Χρειαζόμαστε κορνίζες, Για να κλείνουμε μέσα τα τοπία που ζωγραφίζει η ψυχή μας. Αλλιώς, τα παίρνει ο άνεμος.
Το κακό είναι πώς όλα αυτά γίνονται επειδή στο βάθος είμαι δειλή. Τα κάνω για να πιστέψω έστω και για λίγο πώς είμαι και εγώ εδώ. Πως παίζω και εγώ σ΄ αυτό το ντέρμπυ. Πάντως όπως και να χει το ζήτημα ένα πράμα ξέρω καλά. Πως γουστάρω πολύ
Αν σκοτωθούμε σε καμία στροφή να ξέρεις συμβαίνει αυτό και στα πουλιά. Ήρθαμε στην γη περάσαμε καλά ευχαριστώ, δαγκάσαμε μερικές γερές μπουκιές, μούλιασε η ψυχή και το πετσί μας μέσα στο ζουμί της ζωής και αυτό ήταν το καλύτερο που μπορούσαμε να κάμομε. Σημασία έχει η ένταση. Όχι η διάρκεια. Το χει η κούτρα σου να ζεις. Μπορεί να φτάσεις στα εκατό χωρίς να ζήσεις ούτε μια μέρα. Γι αυτό σου επαναλαμβάνω. Αν σκοτωθούμε σε καμιά στροφή να ξέρεις ότι τίποτα δεν θα ανατραπεί από τον όμορφο τούτο κόσμο, που είχαμε την τιμή να γνωρίσουμε. Τίποτε απολύτως. ………Ξυπνώ το πρωί και λέω ευχαριστώ . Ευχαριστώ που ξύπνησα. Ως το βράδυ, έχω να ζήσω μια ζωή που μετράει σαν αιώνας. Μεριές ρε συ πότε είσαι ωραίος? Όταν την κάθε ώρα σου μπορείς να την ρισκάρεις. Να την παίζεις στο μπαρούτι έτσι για το τίποτα. Όχι για κόπους και μαλακίες., γιατί τότε είσαι ματαιόδοξος. Τότε είσαι άτομο που προσπαθεί να γράψει ιστορία. Να δώσει παραδείγματα, μηνύματα, σκατά, όπως θέλεις πες τα. Όχι. Δεν γουστάρω τίποτα από μεγάλες ιδέες οράματα και κουραφέξαλα. Δεν με αφορούν. Και για να σου δώσω να καταλάβεις. Δεν θα πήγαινα να σκοτωθώ σε έναν πόλεμο σαν ηλίθιος. Θα μπορούσα όμως να παλέψω, ενδεχομένως και να πεθάνω για να σε δω να χαίρεσαι μα να χοροπηδάς σαν χορτάτη μαϊμού στο πανηγύρι της ζωής.klik

Δεν υπάρχουν σχόλια:

απο 11-01-09

Συνεργάτες